Οι επιλογές της τουρκικής πολιτικής
Η συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν, ο πόλεμος στην Υεμένη και η εκ νέου προσέγγιση με το Ισραήλ είναι οι τρεις άξονες της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.
Η συμφωνία για τα πυρηνικά με το Ιράν έχει τεράστια σημασία για την Τουρκία. Το Ιράν ξαναγίνεται μία ισότιμη διεθνής χώρα και όχι ένα απομονωμένο κράτος, μετά την συμφωνία για τον έλεγχο των πυρηνικών του και την άρση των κυρώσεων. Αυτό δίνει νέες δυνατότητες αλλά και προκλήσεις στην Τουρκική πολιτική.
Ο πόλεμος της Υεμένης και η εμπλοκή της Τουρκίας σε αυτόν περιπλέκει τις σχέσεις της με το Ιράν.
Η επαναπροσέγγιση της Τουρκίας με το Ισραήλ που επεξεργάζεται η τουρκική διπλωματία θα δώσει άλλη μία πτυχή στην πολύπτυχη διπλωματία της Μέσης Ανατολής.
Η Τουρκία καθορίζει πλέον την πολιτική της κάτω από τον φόβο ότι το Ιράν θα εξελιχθεί σε περιφερειακή ιμπεριαλιστική δύναμη. Οι παρατηρήσεις του Ερντογάν στις 27 Μαρτίου είναι χαρακτηριστικές:
«Το Ιράν στην πραγματικότητα προσπαθεί να κυριαρχήσει στην περιοχή. Εργάζονται για αυτόν τον σκοπό. Μπορεί αυτό να επιτραπεί; Αυτό έχει αρχίσει να ενοχλεί πολλές χώρες, εμάς όπως και την Σαουδική Αραβία και τα κράτη του Κόλπου. Δεν μπορεί αυτό πλέον να γίνει ανεκτό. Το Ιράν οφείλει να αποσύρει τις δυνάμεις του και ότι άλλο έχει εκεί από την Υεμένη αλλά επίσης από την Συρία και το Ιράκ».
Οι δηλώσεις αυτές θα ήταν περισσότερο εντυπωσιακές αν ο Ερντογάν δέκα μέρες μετά δεν επισκεπτόταν την Τεχεράνη όπου εξέπεμψε διαφορετικά μηνύματα. Η Τεχεράνη σκέφτηκε να ακυρώσει την επίσκεψη Ερντογάν αλλά στην ικανή ιρανική διπλωματία πρυτάνευσε η σκέψη ότι η επίσκεψη συνέφερε το Ιράν όπως και απεδείχθη.
Ο Ερντογάν είχε καλά στο νου του τα πρακτικά οφέλη μίας συνεργασίας με το Ιράν. Στον τομέα των υδρογονανθράκων η Τουρκία μπορεί να προμηθεύεται φτηνό πετρέλαιο και να το πληρώνει με το νόμισμά της. Με τον αγωγό αερίου υπό κατασκευή ΤΑΝΑΡ μπορεί να τροφοδοτεί την Ευρώπη με ιρανικό αέριο αλλά και να ωφελείται η ίδια, γεωπολιτικά και οικονομικά.
Για τους λόγους αυτούς αλλά και για τις διανοιγόμενες προοπτικές σημαντικής αύξησης των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ των δύο χωρών, ο Ερντογάν άλλαξε την ρητορική του μπροστά στους Αγιατολλάδες οι οποίοι, χαμογελαστοί, τον κοιτούσαν με συγκατάβαση διότι πλέον ξέρουν ότι η δύναμη και η επιρροή του Ιράν στην περιοχή αυξάνει ενώ αυτή της Τουρκίας μειώνεται.
Η σχέση της Τουρκίας με το Ιράν είναι ειρηνική εδώ και αιώνες. Υπάρχουν κοινά συμφέροντα διότι και η Τουρκία, τώρα που τα έσοδα του Ιράν θα αυξηθούν, μπορεί να εφοδιάσει το Ιράν με πάρα πολλά καταναλωτικά προϊόντα. Το μόνο πρόβλημα είναι η νέο-οθωμανική διάσταση της τουρκικής διπλωματίας, η οποία προσπαθεί να επιβάλλει την πολιτική της Τουρκίας στην περιοχή.
Κλασσική περίπτωση είναι η Υεμένη. Η Τουρκία θεωρεί ότι η Υεμένη είναι μέρος της πάλαι ποτέ Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και κατά συνέπεια νόμιμο πεδίο άσκησης της νέο-οθωμανικής πολιτικής της. Ήδη οι μηχανισμοί προπαγάνδας του κόμματος του Ερντογάν άρχισαν να παρουσιάζουν στα ΜΜΕ τις “θυσίες” της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας για την Υεμένη και την στρατηγική αξία της περιοχής.
Η πραγματικότητα είναι πιο πεζή. Ο πρώτος πραγματικός λόγος είναι η ισχυρή σχέση Τουρκίας-Σαουδικής Αραβίας. Αυτή αποδεικνύεται πρόσφατα και πάλι από τις κοινές και συμπληρωματικές δράσεις τους στην Συρία και το Ιράκ με το Ισλαμικό Κράτος, με το οποίο και οι δύο διατηρούν σχέσεις πέραν ακόμη και της πολύ ευμενούς ουδετερότητας. Η σχέση αυτή είναι περισσότερο αναγκαία για την Τουρκία, για την οποία η Σαουδική Αραβία είναι πηγή πλούτου, κεφαλαίων και σουνιτικής συμμαχίας.
Ο δεύτερος λόγος είναι ο φόβος του Ιράν και η ανάγκη ανάσχεσης της περιφερειακής του εξάπλωσης. Εμπλοκή της Τουρκίας στην Υεμένη εξασφαλίζει επίσης καλή χρηματοδότηση των τουρκικών εταιρειών και από τα Εμιράτα του Κόλπου. Οι τουρκικές εταιρείες είναι υπερχρεωμένες. Έχουν σχέση χρέους προς ίδια κεφάλαια διπλάσια από ότι οι δυτικές εταιρείες. Το χρέος των μεγάλων τουρκικών εταιριών έχει φτάσει τα 280 δις δολάρια. Η Τουρκία χρειάζεται αναχρηματοδότηση 220 δις δολαρίων για την οικονομία της και τέτοια χρήματα μόνο από την αραβική χερσόνησο μπορούν να προέλθουν- και το ζητούμενο για να προέλθουν είναι η εμπλοκή της Τουρκίας στην Υεμένη.
Τέλος η εμπλοκή της Τουρκίας στην Υεμένη είναι μια ευκαιρία αναθέρμανσης των παγωμένων σχέσεων μεταξύ ΗΠΑ και Ερντογάν. Το τηλεφώνημα Ομπάμα προς Ερντογάν πού έγινε για την Υεμένη ήταν ένα πρώτο βήμα.
Ο τελικός στόχος του Ερντογάν είναι να επιτραπεί η επέμβαση του στην Συρία. Αυτός είναι και ο μείζων λόγος που προσπαθεί να προσεγγίσει το Ισραήλ που είναι το μόνο ισχυρό κράτος εναντίον του Ιράν στην περιοχή.
Αυτό μπορεί να γίνει εφικτό όσο ακόμη το Ιράν και το Ισραήλ είναι αντίπαλοι. Σε μερικά χρόνια ,όταν το Ισραήλ ασκήσει μια πιο σύγχρονη εξωτερική πολιτική και το Ιράν μειώσει σημαντικά τον θρησκευτικό του φανατισμό, οι δυο αυτές σημαντικότερες χώρες στην περιοχή, θα προσεγγίσουν μεταξύ τους, όπως και στο παρελθόν.
Τότε η Τουρκία θα έχει δυσκολία συμμαχιών. Πάντως ούτε και τώρα είναι διατεθειμένοι ΗΠΑ, Ισραήλ και Ιράν να επιτρέψουν στην Τουρκία επέμβαση στην Συρία. Το παιχνίδι είναι ήδη αρκετά σύνθετο και δεν χρειάζεται μία ακόμη επιπλοκή.
Σε μια σύρραξη που κινδυνεύει να μοιάσει στον Τριακονταετή πόλεμο μεταξύ Προτεσταντών και Καθολικών και να έχει τις ίδιες διαστάσεις και συνέπειες, το συμφέρον της Τουρκίας είναι να επιστρέψει στην παρελθούσα πολιτική μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες από την παρούσα των μηδενικών σχέσεων.
Η Τουρκία, όπως κινείται τώρα, γίνεται μέρος του προβλήματος και όχι της λύσης.
* Περισσότερα άρθρα στο www.kassandros.gr