Η έξοδος από το δολάριο
Είναι αξιοπρόσεκτο το ότι το δολάριο, τώρα που ισχυροποιείται παγκοσμίως, ταυτόχρονα αμφισβητείται ως παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα. Όμως φαίνεται ότι μεγάλα κράτη όπως η Ρωσία και η Κίνα έχουν αποφασίσει να φύγουν από την κυριαρχία του δολαρίου στις παγκόσμιες συναλλαγές τους.
Ένα μέρος αυτής της απόφασης οφείλεται αναμφισβήτητα στις οικονομικές κυρώσεις που επεβλήθησαν στην Ρωσία από την Δύση με ηγέτη και συντονιστή αυτών τις ΗΠΑ .
Η Ρωσία από την εποχή Γέλτσιν έως τον πόλεμο της Ουκρανίας, είχε γίνει μέλος της παγκόσμιας οικονομικής κοινότητας. Μετά την εξυγίανση της οικονομίας της από τα δεινά της διαχείρισης Γέλτσιν, η Ρωσία ήταν τόπος ξένων επενδύσεων, οι εταιρείες της δανείζονταν από τις διεθνείς αγορές σε δολάρια, εισήγαγαν αγαθά τα οποία πλήρωναν σε δολάρια και πουλούσαν το πετρέλαιο και το αέριο τους πάλι σε δολάρια, ανεξάρτητα από την εθνικότητα του αγοραστή ή πωλητή.
Όλο αυτό το οικονομικό οικοδόμημα κατέρρευσε με τις δυτικές κυρώσεις για τα γεγονότα της Ουκρανίας και της Κριμαίας. Μια μικρή ομάδα ειδικών στο αμερικανικό Υπουργείο Οικονομίας σχεδίασε μια σειρά μέτρα που όταν εφαρμόσθηκαν διέλυσαν το δολαριακό μέρος της ρωσικής οικονομίας και γκρέμισαν το ρούβλι.
Τότε οι Ρώσοι κατάλαβαν ότι συνεργάζονταν με την Δύση κατ’ ανοχή και όχι σαν μόνιμοι και σταθεροί εταίροι. Είδαν τα συναλλαγματικά αποθέματα της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας να συρρικνώνονται, εταιρείες κολοσσούς όπως η Gazprom να έχουν πρόβλημα να εξυπηρετήσουν τα σημαντικά δολαριακά τους δάνεια και τράπεζες τους να αποκλείονται από συναλλαγές με την Δύση σε ένα βράδυ.
Περισσότερο από όλα αυτά ζουν με την αμερικανική απειλή να τους αποκλείσουν οι ΗΠΑ από το SWIFT που είναι η διεθνής πλατφόρμα συναλλαγών όλων των Τραπεζών παγκοσμίως. Ανεξάρτητα αν το Διοικητικό Συμβούλιο του SWIFT αντέδρασε αρνητικά στην αμερικανική πρόταση, η οποία θα έστελνε όχι μόνο τις συναλλαγές της Ρωσίας με την Δύση αλλά και της Δύσης με την Ρωσία πίσω στον 19ο αιώνα και θα δημιουργούσε γενικότερο χάος, οι Ρώσοι κατάλαβαν ότι ήσαν εξαρτώμενοι από τους Αμερικανούς πολύ περισσότερο από ότι είχαν υπολογίσει. Το γκρέμισμα των τιμών του πετρελαίου, έργο της αμερικανό-σαουδαραβικής συνεργασίας τους βλάπτει ακόμη περισσότερο.
Οι Ρώσοι είχαν ήδη αποφασίσει να κινηθούν προς μία νέα συσπείρωση, αυτή των BRICS όπου οι χώρες Κίνα, Ρωσία και Ινδία κυρίως θα συσπειρώνονταν με κοινή επενδυτική τράπεζα που ήδη συστήθηκε και κοινό Ταμείο Αρωγής σε περίπτωση οικονομικής κρίσης.
Αυτοί πού εξήγαγαν τα σοβαρότερα συμπεράσματα από την συμπεριφορά της Δύσης στην Ρωσία δεν ήσαν οι Ρώσοι αλλά οι Κινέζοι που έχουν μία πολύ μεγαλύτερη και σφριγηλή οικονομία, που το μόνο της πρόβλημα ήταν η ενέργεια, πρόβλημα το οποίο προθυμοποιήθηκε να καλύψει ο Πούτιν.
Οι Κινέζοι κατάλαβαν ότι ήσαν οι επόμενοι αποδέκτες της ίδιας οικονομικής τιμωρίας όπως οι Ρώσοι αν τα πράγματα με τους Αμερικανούς έφταναν σε κάποιας μορφής σύγκρουση, που όλοι περιμένουν την επόμενη δεκαετία- και έδρασαν προληπτικά.
Δημιούργησαν το δικό τους σύστημα για να αντικαταστήσουν το SWIFT στις διεθνείς διατραπεζικές συναλλαγές, το οποίο ονόμασαν China International Payment System (CHIPS) και το οποίο μπορεί να διαχειριστεί διασυνοριακές συναλλαγές σε γουάν, το κινεζικό νόμισμα. Το σύστημα αυτό, που θα είναι ενεργό φέτος, θα αφαιρέσει ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια στις συναλλαγές σε γουάν διεθνώς, μειώνοντας το κόστος και τον χρόνο των συναλλαγών.
Αυτό θα ανοίξει μια σούπερ – λεωφόρο συναλλαγών σε γουάν ηλεκτρονικά, από την οποία πάρα πολλά κράτη και οργανισμοί θα ωφεληθούν. Οι πρώτοι που θα σπεύσουν θα είναι οι Ρώσοι οι οποίοι ήδη υπέγραψαν με τους Κινέζους συμφωνία διεξαγωγής του μεταξύ τους εμπορίου στα εθνικά τους νομίσματα και αυξάνουν σημαντικά τις συναλλαγές τους με την Κίνα. Ακόμη, Βρετανοί, Γάλλοι, Ελβετοί και άλλοι έχουν δηλώσει ότι θα συμμετάσχουν, όπως επίσης και οι Ινδοί οι οποίοι θεωρούν ότι η αμερικανική οικονομική πολιτική είναι αυθαίρετη και ασύμφορη πλέον για την ανάπτυξη της ινδικής οικονομίας.
Οι Κινέζοι όμως πήγαν ένα βήμα παραπέρα. Ίδρυσαν την Asian Infrastructure Investment Bank για να απεξαρτηθούν και να ανταγωνισθούν τις ελεγχόμενες από τις ΗΠΑ World Bank και Asian Development Bank. Συνολικά 26 χώρες είναι ιδρυτικά μέλη σε αυτήν την Τράπεζα αλλά το πλέον ενδιαφέρον είναι ότι οι Βρετανοί πρώτοι και κατόπιν η Γερμανία, η Γαλλία και η Ιταλία έγιναν και αυτές ιδρυτικά μέλη της Τράπεζας προς μεγάλη δυσαρέσκεια των ΗΠΑ που δεν επιθυμούσαν τη συμμετοχή δυτικών χωρών.
Η Ουάσινγκτον αντέδρασε βίαια στην βρετανική προσχώρηση σε αυτήν την Τράπεζα. Κατηγόρησε την Βρετανία για “συνεχή διευκόλυνση” της Κίνας. Οι σχέσεις ΗΠΑ – Βρετανίας παρά την “ειδική σχέση” είναι ιδιαίτερα τεταμένες αυτήν την περίοδο γιατί οι Βρετανοί για λόγους οικονομίας δεν δαπανούν το 2% του ΑΕΠ για την άμυνα αλλά και διότι δεν συμβουλεύονται πλέον τις ΗΠΑ για οικονομικά θέματα.
“Μας ενοχλεί η διαρκής διευκόλυνση μιας ανερχόμενης δύναμης”, δήλωσαν με αρκετή ωμότητα οι Αμερικανοί. Όμως οι Βρετανοί όπως και οι άλλοι Ευρωπαίοι βλέπουν ότι, μετά την Τράπεζα των BRICS, οι Κινέζοι είναι η κινητήρια δύναμη και στην AIIB και δεν θέλουν να μείνουν απ’ έξω από λίαν επωφελείς οικονομικές εξελίξεις σε κοινές επενδύσεις με την Κίνα που προβλέπουν κερδοφόρες. Η Βρετανία ακολουθούμενη και από τους άλλους Ευρωπαίους καλλιεργεί όλο και στενότερες οικονομικές σχέσεις με την Κίνα, αδιαφορώντας για την αμερικανική δυσαρέσκεια σε μια σπάνια επίδειξη αυτοδυναμίας και αυτονομίας.
Η κατάσταση έχει αποκτήσει πλέον την δίκη της δυναμική αφού μετά την Ινδία, την Σιγκαπούρη και την Νέα Ζηλανδία, η Αυστραλία, η στενότερη σύμμαχος των ΗΠΑ στην Ασία, προσχωρεί και αυτή στην νέα Τράπεζα προς μεγάλη δυσαρέσκεια του Προέδρου Ομπάμα.
Είναι πλέον σαφές ότι η Κίνα είναι η νέα τεράστια οικονομική δύναμη που όλοι θέλουν να συνεργασθούν μαζί της και το νόμισμα της αποκτά διεθνή ακτινοβολία, πιέζοντας το δολάριο το οποίο φιλοδοξεί να αντικαταστήσει εν μέρει.
Για αυτό φταίει πρωτεύοντος η Αμερική που έκανε κατάχρηση της δεσπόζουσας οικονομικής της θέσης για πολιτικούς σκοπούς. Οι υπόλοιποι διεθνείς οικονομικοί παράγοντες δεν επρόκειτο να μείνουν αδρανείς, ιδίως οι Κινέζοι με την τεράστια οικονομία τους.
Το μήνυμα είναι αρκετά σαφές πλέον. Άλλα νομίσματα με επικεφαλής το γουάν και τον χρυσό κινούνται για να εκτοπίσουν μερικώς το δολάριο ως αποθεματικές αξίες. Τι ποσοστό θα καλύψουν στην παγκόσμια οικονομία θα εξαρτηθεί από την οικονομική υγεία της κάθε χώρας.
Είναι πάντως βέβαιο ότι η Κίνα και το νόμισμά της αναδύονται ως οι κύριοι ανταγωνιστές των ΗΠΑ και οι άλλες δυτικές χώρες σπεύδουν να συνεργασθούν με την Κίνα, αναγνωρίζοντας την ως την μεγάλη οικονομία σήμερα και τον οικονομικό γίγαντα του αύριο.
* Περισσότερα άρθρα στο www.kassandros.gr