Η Ευρώπη που έρχεται

Published On 2 September 2015 | By Κάσσανδρος | Κάσσανδρος

Η Ευρώπη που ξέραμε έχει τελειώσει. Αυτή που έρχεται είναι προβληματική.

Τώρα που η Ελλάδα βαδίζει προς εκλογές με κύριο πολιτικό – οικονομικό σύνθημα την σχέση της χώρας μας με την Ευρώπη και το Ευρώ, είναι χρήσιμο να εξετάσουμε πως εξελίσσεται η Ευρώπη και ο δυτικός κόσμος μέσα στους οποίους ελπίζεται ότι η νέα κυβέρνηση θα λειτουργήσει.

Το αρχικά εξαιρετικά πρωτότυπο και επιτυχές ευρωπαϊκό εγχείρημα έφτασε στό σημείο όπου η υπόσχεση του μέλλοντος αδυνατεί να καλύψει τα προβλήματα του παρόντος.

Οι αυξανόμενες εντάσεις μέσα στην Ευρώπη με αφορμή το οικονομικό, όπως πρόσφατα φάνηκε με το ζήτημα της Ελλάδας, με τα προβλήματα στο μεταναστευτικό και με την γενικότερη εμφάνιση ατύπων συσπειρώσεων εκτός ομοφωνίας δείχνουν ότι η ευρωπαϊκή πολιτική πρόοδος έχει σταματήσει.

Το πλέον ανησυχητικό είναι όμως ότι η Ενωμένη Ευρώπη δεν έχει την υποστήριξη αλλά μόνο την φθίνουσα ανοχή των λαών της. Το 2014, περισσότερο από το 70% των Ευρωπαίων πολιτών που πήραν μέρος σε δημοσκόπηση πίστευαν ότι οι γνώμες τους δεν επηρεάζουν την διαδικασία λήψεως αποφάσεων της ΕΕ και τα δύο τρίτα δήλωσαν ότι η Ευρώπη δεν κατανοεί τις ανάγκες των πολιτών της.

Εξ ίσου ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι το Ευρώ δεν αντιμετωπίζεται πλέον ως κοινό μέσο ευημερίας αλλά ως ζυγός γιά πολλές πολιτικές οργανώσεις και πολίτες του Νότου, και ως μηχανισμός υπόσκαψης των αποταμιεύσεων τους από οργανώσεις και πολίτες του Βορρά με εξάρχουσα την Γερμανία, της οποίας οι πολίτες δεν αντιλαμβάνονται τα τεράστια οφέλη πού συσσώρευσε στην Γεραμανία το Ευρώ και νοσταλγούν το μάρκο.

Επτά χρόνια μετά την κρίση και η Ευρώπη δεν έχει καν αρχίσει να δημιουργεί τους πολιτικούς θεσμούς που μπορούν να στηρίξουν μία νομισματική ένωση. Αν δεν υπήρχε η ιδιοφυής, εικονοκλαστική και θαρραλέα παρουσία του κ. Ντράγκι στην ΕΚΤ, το Ευρώ θα είχε ήδη καταρρεύσει, θύμα των ανισοτήτων που το ίδιο δημιούργησε και τις οποίες προσπαθεί με μαεστρία να καλύψει ο κ. Ντράγκι, σωτήρας μέχρι τώρα του Ευρώ, αλλά με ορατά πλέον τα όρια της επιρροής του.

Οι ευρωπαϊκές διοικούσες ηγεσίες, απασχολημένες με την οικονομική τους ομφαλοσκόπηση, αδυνατούν να παρακολουθήσουν και πολύ περισσότερο να αντιμετωπίσουν τα συμβαίνοντα στην Κίνα, τις τεκτονικές αλλαγές που γίνονται στην Μέση Ανατολή, το ουκρανικό φιάσκο, την επερχόμενη κρίση που -από την Σαγκάη, τον Ντάου Τζόουνς, την πτώση των τιμών των εμπορευμάτων και από τόσους άλλους δείκτες- δείχνει ότι είναι στην πόρτα και τα τεράστια εσωτερικά πιεστικά προβλήματα της Ευρώπης.

Επί ένα εξάμηνο το μείζον θέμα της Ευρώπης ήταν τα προβλήματα του 2% της oικονομίας της, όπου μία ιδεοληπτική Γερμανία βρήκε τον ιδεώδη ιδεοληπτικό της αντίπαλο στο πρόσωπο ενός επαρμένου ανώριμου μαθητευόμενου μάγου και του φολκλορικού θιάσου του, που με την φαντασιωσική διαπραγματευτική τους τακτική επέτρεψαν στην αντίπαλο ιδεοκρατία να επιβάλλει ένα τιμωρητικό πρόγραμμα. Αυτό δεν τιμωρεί μόνο μία μειοψηφική κυβέρνηση αλλά έναν ολόκληρο λαό, δημιουργώντας την μεγαλύτερη ύφεση σε διάρκεια και ένταση της σύγχρονης ιστορίας στον κόσμο.

Ο διάσημος οικονομολόγος Πωλ Κρούγκμαν το έθεσε καίρια: “Το να είσαι μέλος της Ευρωζώνης σημαίνει ότι οι πιστωτές εταίροι σου μπορούν να καταστρέψουν την οικονομία σου αν παρεκκλίνεις της γραμμής”.

Το ότι η Ευρώπη ασχολήθηκε για λόγους ιδεοκρατικούς για έξι μήνες αποκλειστικά με το θέμα της Ελλάδας δείχνει την συλλογική της ανικανότητα για προτεραιοποίηση των προβλημάτων.

Οποιοσδήποτε σοβαρός διευθυντής αν είχε διαπιστώσει ότι ένας μάνατζερ του ασχολείτο μονίμως όλο το διάστημα με το 2% του κύκλου εργασιών της εταιρείας του απασχολόντας εκεί το ανθρώπινο δυναμικό και αγνοόντας τα υπόλοιπα προβλήματα, θα τον είχε απολύσει. Οι κυβερνήσεις όμως δεν απολύονται, ούτε οι μανδαρίνοι τους.

Έτσι φτάσαμε στον διχασμό της Ευρώπης, που δεν είναι μόνο οικονομικός μεταξύ δανειστών και οφειλετών. Το μεταναστευτικό απέδειξε την έλλειψη ευρωπαϊκής προετοιμασίας και αλληλεγγύης όχι μόνο στον οικονομικό τομέα αλλά και στον κοινωνικό, με τα ευρωπαϊκά κράτη να αρνούνται να δεχτούν κάποιους μετανάστες- με κορωνίδα την δήλωση της Σλοβακίας ότι θα δεχθεί μόνο εκατό μετανάστες και με την προϋπόθεση ότι θα είναι χριστιανοί, η οποία Σλοβακία, αν δεν είχε ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θα ήταν ακριβώς τίποτε.

Η Ευρώπη, στην πλειοψηφία της, δεν έχει κατανοήσει την σημασία του συνεχώς επιδεινούμενου περιφερειακού της περιβάλλοντος, ούτε τις συνέπειες του.

Η εμπλοκή του Βορρά με τον μολυσμένο και επεκτεινόμενο βάλτο της Ουκρανίας και η εμπλοκή του Νότου στην επέλαση των στρατιών απελπισμένων Ασιατών, κυρίως μουσουλμάνων, είναι ζητήματα που απασχολούν ελάχιστα, εν σχέσει με την σημασία τους, την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η ουκρανική εμπλοκή δεν είναι τυχαία. Η Ευρώπη αποφάσισε, διά της μη ενασχόλησης της με το θέμα, να μην ασχοληθεί με την άμυνά της και να μην αναπτύξει την γεωπολιτική της ισχύ. Θεώρησε, διότι αυτό βόλευε την οικονομίστικη λογική της, ότι η αμυντική ομπρέλα που παρέχουν οι ΗΠΑ είναι δωρεάν.

Η αδιαφορία αυτή γιά την προστασία της από υπαρξιακές απειλές δείχνει ακριβώς την σαθρότητα της Ένωσης της, θύμα επίσης του αναβιούμενου εθνικισμού.

Όταν η Αμερική παρενέβη για να διαλύσει το νέο σύμφωνο Ριμπεντροπ-Μολότωφ που ετοίμαζε η Γερμανία γιά να έχει πελάτες της και την Ρωσία και την Ουκρανία, η Ενωμένη Ευρώπη βρέθηκε συνδεδεμένη με το τυμπανιαίο πολιτικό-οικονομικό πτώμα που λέγεται Ουκρανία, από το οποίο δεν μπορεί τώρα να αποσυνδεθεί.

Το ότι αυτό ήταν αποτέλεσμα ανύπαρκτης διπλωματικής ανάλυσης και απουσίας ισχύος ήταν δύσκολο να κατανοηθεί από λογιστές, διότι δεν ήταν εγγεγραμμένο στα κατάστιχα τους. Χρειάστηκε η γεωστρατηγική βούληση των ΗΠΑ για να γίνουν κατανοητά τα πρός Βορρά όρια της γερμανικής επέκτασης και να απαγορευθεί στους Γερμανούς να διαλύσουν την νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ, διότι έτσι προέκριναν οι λογιστές τους.

Η Ευρώπη έχει δυστυχώς μόνο δύο προοπτικές: ή να συνεχίσει έρπουσα όπως τώρα ή να αρχίσει να διαλύεται,e διότι ρωμαλέες ηγεσίες με ευρωπαϊκό όραμα και αποφασιστικότητα δεν υπάρχουν, απεναντίας υπάρχουν αναδυόμενοι οικονομικοί και πολιτικοί εθνικισμοί. Αυτοί αυξάνουν την δυσκολία με την οποία η Ευρώπη πρέπει να λειτουργήσει σε ένα περισσότερο ασταθή κόσμο που ακουμπά τα σύνορα της.

Το ότι παρά τις κραυγές για λιτότητα, η λειτουργία της Ευρώπης στηρίζεται σε ένα συνεχώς αυξανόμενο και μη αναστρέψιμο χρέος είναι πλέον πασίγνωστο. Το πρόβλημα γίνεται δραματικότερο αν εξετασθεί η παγκόσμία κατάσταση του χρέους.

Μέχρι το 2008 το διεθνές συνολικό χρέος με εξαίρεση τον διατραπεζικό δανεισμό ήταν 38 τρισεκατομμύρια δολάρια. Από τότε δανειστήκαμε παγκοσμίως άλλα 49 τρισεκατομμύρια δολάρια, φτάνοντας το συνολικό παγκόσμιο χρέος στα 200 τρις, όταν το παγκόσμιο ΑΕΠ είναι μόνο 70 τρις, αυξάνοντας την ανάπτυξη κατά ένα δολάριο για κάθε τρία περίπου δολάρια νέου χρέους.

Αν ληφθεί υπ’οψιν ο ταχύτερος ρυθμός ανάπτυξης για την Κίνα και την Ινδία και οι χαμηλότεροι ρυθμοί δανεισμού εκεί, η κατάσταση στην Ευρώπη είναι περισσότερο από ανησυχητική και οι προβλέψεις για την αντιμετώπιση της ανύπαρκτες. Τα εργαλεία μηδενικών σχεδόν επιτοκίων και χορήγησης μεγάλης ρευστότητας έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί και συνεπώς δεν υπάρχουν χρηματοπιστωτικά εργαλεία για να σωθούν οι ήδη σαθρές τράπεζες και κατ’ επέκταση η πραγματική οικονομία.

Όλοι οι δείκτες τείνουν να δείχνουν ότι η νέα παγκόσμια κρίση είναι θέμα μηνών και όχι ετών. Αυτό συνδυαζόμενο με την ανομοιογενή οικονομική κατάσταση των ευρωπαϊκών κρατών και την αυξανόμενη αστάθεια των ευρωπαϊκών συνόρων, πώς είναι δυνατόν να αντιμετωπισθεί και η Ευρώπη να μείνει ενωμένη;

* Περισσότερα άρθρα στο www.kassandros.gr

Like this Article? Share it!

About The Author

Γράφει με ψευδώνυμο γιατί δεν επιθυμεί καμία προσωπική προβολή αλλά μόνο αυτή των ιδεών του. «Το Κάσσανδρος», λέει, «μας το κολλήσατε εσείς, οι φίλοι μας όταν προβλέπαμε διάφορα όπως τα προβλήματα της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Γαλλίας που τότε δεν τα πιστεύατε. Τα λίγα που χρειάζεται να ξέρετε για μένα προσωπικά», συνεχίζει, «είναι ότι έχω σπουδάσει στην Αγγλία και στη Γαλλία, έχω δουλέψει και διδάξει ανά τον κόσμο και σε διαφορετικές δραστηριότητες, έχω διοικήσει, μου έχει απονεμηθεί διδακτορικό (δεν ξέρω γιατί) και έχω αποφοιτήσει επίσης από το Πολυτεχνείο Περάματος, που ήταν μεγάλο σχολείο.»