Κρύβοντας τον φασισμό κάτω από το χαλί

Published On 28 September 2013 | By Θέμος Ρίζος | Θέμος Ρίζος

Ίσως είναι περιττό να ξεκαθαριστεί το αυτονόητο: οι συλλήψεις των στελεχών της Χρυσής Αυγής για σύσταση εγκληματικής οργάνωσης είναι θετική εξέλιξη. Με κάποιον τρόπο έπρεπε να μπει ένα τέλος στην ατιμωρησία των φασιστών. Όποιος, όμως, πιστεύει ότι η κυβέρνηση κινήθηκε καθαρά βάσει δημοκρατικών αντανακλαστικών είναι τουλάχιστον αφελής.

Ένα colpo grosso με στόχο την πολιτική εκμετάλλευση του προελαύνοντος φασισμού εξελισσόταν επί μήνες. Αυτό που έγινε τις τελευταίες ημέρες, με κορύφωση τις σημερινές συλλήψεις, είναι απλώς αλλαγή τακτικής, αλλά όχι στρατηγικής. Για καιρό, η κυβέρνηση -και ειδικά η Νέα Δημοκρατία- έκανε ό,τι ήταν δυνατόν για να αποτρέψει την απαραίτητη περιθωριοποίηση των ναζιστών. Οι τραμπούκικες επιθέσεις μελών της Χρυσής Αυγής σε αριστερούς, ομοφυλόφιλους και -κυρίως- μετανάστες έμεναν ατιμώρητες. Το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο μπήκε γρήγορα στο συρτάρι. Στελέχη και βουλευτές της κυβέρνησης, σύμβουλοι του πρωθυπουργού και πάσης φύσεως “παπαγάλοι” υποβάθμιζαν τον κίνδυνο και έκαναν ό,τι μπορούσαν να μας πείσουν ότι υπάρχει το ενδεχόμενο να “σοβαρευτούν” οι νεοναζί, με την απαραίτητη βοήθεια ορισμένων μεγαλοεκδοτών.

Όλα αυτά, βέβαια, δεν γίνονταν για ιδεολογικούς σκοπούς. Με την άνοδο της Χρυσής Αυγής, η παραδοσιακή Δεξιά έχασε το υπερσυντηρητικό κομμάτι της εκλογικής της βάσης – το οποίο υπήρχε πολύ πριν το ξέσπασμα της κρίσης. Η στρατηγική που επιλέχθηκε για να αναπληρωθεί η απώλεια ήταν η προσέγγιση του ακροδεξιού ακροατηρίου. Κύρια τακτική ήταν η υιοθέτηση, ουσιαστικά, μέρους της ατζέντας του φασιστικού μορφώματος και κυρίως της σκληρής στάσης στο μεταναστευτικό, με παράλληλη απενοχοποίηση των ψηφοφόρων.

fasismo2

Η κυβέρνηση δεν έλεγε να αλλάξει τακτική, παρότι δεν είχε κατορθώσει να φέρει ούτε λίγα από τα ακροδεξιά πρόβατα πίσω στο δεξιό μαντρί: η Νέα Δημοκρατία έμενε στάσιμη στις δημοσκοπήσεις και η Χρυσή Αυγή αύξανε συνεχώς τα ποσοστά της. Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα ήταν μία εξαίρετη αφορμή για μία τεράστια κωλοτούμπα. Με τη νέα τακτική του “ξεμπροστιάσματος” και της αμείλικτης δίωξης των φασιστών υπάρχει η ελπίδα ότι οι “τρομαγμένοι” ψηφοφόροι που δεν ήξεραν (;) ότι είχαν εκλέξει νεοναζί δολοφόνους θα επιστρέψουν άμεσα στην αγκαλιά της μεγάλης Δεξιάς. Οι αμετανόητοι ίσως ακολουθήσουν αργότερα, αφού δεν θα έχουν πια ποιον να ψηφίσουν από τη στιγμή που αποδεκατίζεται η ηγετική ομάδα της Χρυσής Αυγής.

Αν ισχύει η παραπάνω υπόθεση, η αφέλεια και ο πολιτικός τυχοδιωκτισμός του περιβάλλοντος Σαμαρά έχουν ξεπεράσει κάθε προηγούμενο. Το 39% των ψηφοφόρων της Χρυσής Αυγής στις εκλογές του 2012 “ήθελε να εκφράσει την οργή του προς το πολιτικό σύστημα”: μπορεί τώρα να σοκαρίστηκαν με τη δολοφονία και να γύρισαν την πλάτη στους φασίστες, αλλά η οργή παραμένει. Ακόμη πιο ανησυχητικό είναι το 21% που εκτιμούσε ότι η Χρυσή Αυγή ήταν ναζιστικό μόρφωμα και την ψήφισε συνειδητά ως τέτοιο. Τόσο η μία, όσο και η άλλη κατηγορία ψηφοφόρων, δεν θα επιστρέψουν στο λεγόμενο “συνταγματικό τόξο” απλώς επειδή θα εκλείψει η επιλογή της συμμορίας του Μιχαλολιάκου. Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο θα ξεπηδήσει ένας νέος, άφθαρτος, αντι-Μιχαλολιάκος, εξίσου “αντισυστημικός” και επικίνδυνος.

Ακόμη όμως κι αν, ως δια μαγείας, εξαφανιζόταν η φασιστική απειλή από τον πολιτικό χάρτη, αυτό δεν θα σήμαινε ότι έχει αντιμετωπιστεί ο ακραίος εθνικισμός, ο ρατσισμός και η απόλυτη έλλειψη δημοκρατικής παιδείας που διαποτίζουν μεγάλο μέρος των πολιτών. Το πρόβλημα δεν είναι να κρύψουμε πάλι κάτω από το χαλί (δηλαδή, μέσα στην παραδοσιακή Δεξιά) το φασισμό, αλλά να τον εξαλείψουμε. Βραχυπρόθεσμα, με μία διαφορετική οικονομική και μεταναστευτική πολιτική. Μακροπρόθεσμα, με μία άλλη παιδεία, που θα διδάσκει τις αξίες της Δημοκρατίας, την ανεκτικότητα, των σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα. Η κυβέρνηση Σαμαρά έχει αποδείξει ότι είτε δεν θέλει, είτε δεν μπορεί να κάνει κανένα από τα δύο.

Like this Article? Share it!

About The Author

: Σπούδασε Διεθνείς Σχέσεις, Θεωρία Συγκρούσεων και Δημοσιογραφία. Έχει εργαστεί, μεταξύ άλλων, σε ερευνητικές και ενημερωτικές εκπομπές της ΕΡΤ και της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης (ARD).