Μονόδρομος για το ευρώ η ποσοτική χαλάρωση και η ανάπτυξη

Published On 10 November 2014 | By Κάσσανδρος | Κάσσανδρος

Έρχεται η στιγμή που ο κ. Ντράγκι πρέπει να βάλει χρήματα εκεί που πριν αρκούσαν τα λόγια του – αλλιώς, κινδυνεύει το ευρώ.

Τον πρώτο χρόνο της θητείας του, ο κ. Ντράγκι υπήρξε λακωνικότατος, σε αντίθεση με τον λαλίστατο προκάτοχο του κ. Τρισέ. Και ενώ οι αγορές διέλυαν την Ευρώπη εξαπολύοντας στα ύψη τα επιτόκια των κρατικών ομολόγων, ο κ. Ντράγκι έκανε λιτές τεχνικές δηλώσεις.

Μέχρις ότου εξαπέλυσε τον κεραυνό: «Θα κάνουμε ό,τι και αν χρειαστεί για να στηρίξουμε το ευρώ». Με κινηματογραφική ταχύτητα οι αγορές ηρέμησαν μπροστά στον Διοικητή που κρατούσε στα χέρια του το φοβερό εργαλείο της άμεσης αγοράς κρατικών ομολόγων και της βίαιης χρεοκοπίας κάθε κερδοσκόπου.

Ο κ. Ντράγκι δεν έσωσε μόνο το ευρώ. Έσωσε αυτή την ίδια την συνοχή και κατ’ επέκταση την ύπαρξη της Ενωμένης Ευρώπης και ιδιαίτερα της Ευρωζώνης. Γιατί το έκανε ο κ. Ντράγκι είναι εύκολο να κατανοηθεί. Είναι δυσκολότερο να κατανοηθεί η αποδοχή της δήλωσης χωρίς σχόλια από την κ. Μέρκελ όταν το σύνολο του γερμανικού οικονομικού κατεστημένου ήταν εναντίον. Ο πραγματικός λόγος που δεν αντέδρασε τότε η κ. Μέρκελ είναι ότι έφτασε η δήλωση του κ. Ντράγκι για να πειθαρχήσουν οι αγορές. Η κ  Μέρκελ δεν χρειάστηκε να ζητήσει από το γερμανικό Κοινοβούλιο χρήματα για την σωτηρία των χωρών που κατέρρεαν και που θα έπαιρναν στο λαιμό τους και την Γερμανία. Αυτή η συγκυρία δεν φαίνεται ότι είναι δυνατόν να επαναληφθεί σήμερα.

Η φράση αυτή του κ. Ντράγκι και η ευφυΐα της κ. Μέρκελ να μην τον αμφισβητήσει τότε και να επιβάλλει σιγή στους φωνασκούντες γερμανούς δόκτορες των οικονομικών, έδωσαν πάνω από δύο χρόνια ζωής στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, με  τόσο χαμηλά επιτόκια κρατικών ομολόγων ώστε να γίνει εφικτή η παραμονή της Ελλάδας και άλλων «αμαρτωλώ»ν εντός ευρώ.

Τώρα έρχεται η στιγμή που ο κ. Ντράγκι πρέπει να βάλει χρήματα εκεί που πριν αρκούσαν τα λόγια του, διότι οι πολιτικοί της Ευρώπης και κυρίως της Ευρωζώνης δεν στάθηκαν στο ύψος της δήλωσής του.

Μετά από κάποιες αξιόλογες προσπάθειες νοικοκυρέματος των πλέον ακραίων οικονομικών ατοπημάτων, οι πολιτικοί της Ευρώπης έπεσαν στην ραστώνη των χαμηλών επιτοκίων και των ελλειμμάτων και σε μια διόρθωση των κακώς κειμένων στο μέλλον, κατά προτίμηση δε, το μέλλον των διαδόχων τους.

Η λιτότητα εστιάστηκε στην καλύτερη περίπτωση στην μείωση μισθών και ημερομισθίων, την ακύρωση ορισμένων έργων πολυτελείας των κρατικών προϋπολογισμών, κυρίως και δυστυχώς στην μείωση των δημοσίων επενδύσεων που παρέσυραν και τις ιδιωτικές. Επίσης εφαρμόσθηκε και το τέχνασμα του ετεροχρονισμού της εξόφλησης των υποχρεώσεων του δημοσίου για την δημιουργία τεχνητών πλεονασμάτων. Όση ρευστότητα εμφανίστηκε τελικά κατέληξε στα Χρηματιστήρια όπου και συμβαίνει το παράδοξο, αυτά να ανθούν και οι οικονομίες να φθίνουν.

Τώρα όμως αυτό το πρόγραμμα που απείλησε ότι θα χρησιμοποιήσει ο κ. Ντράγκι, έχει εκτροχιασθεί γιατί, πονηρά, αφού ηρέμησε τις αγορές, οι Γερμανοί το έστειλαν στο γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο σαν Πόντιος Πιλάτος, αφού το αμφισβήτησε, το έστειλε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, το οποίο θα αποφανθεί στις ελληνικές καλένδες. Ουσιαστικά οι Γερμανοί, αφού αρχικά ωφελήθηκαν ανέξοδα από την πρόθεση του κ. Ντράγκι, φρόντισαν να ακυρώσουν το πρόγραμμα στην πράξη, καθιστώντας το υπόδικο.

posotikixalarwsi2

Έτσι η ΕΚΤ στηρίζει την κατάσταση στην Ευρωζώνη μέσω των τραπεζών. Οι τράπεζες της Ευρωζώνης είναι το κύριο μέσο που έχει η ΕΚΤ στη διάθεση της για να βοηθά την Ευρωζώνη. Αν οι Ισπανοί, οι Ιταλοί και οι Γάλλοι μπορούν να διαθέτουν ομόλογα τους στις αγορές, αυτό οφείλεται στο ότι μπορούν, αφού τα αγοράσουν οι τράπεζες τους, να τα δίνουν ως εγγύηση στην ΕΚΤ και να παίρνουν σχεδόν το ισόποσο ως δάνειο με ασήμαντο επιτόκιο και έτσι και να έχουν ρευστότητα και να κερδίζουν από την διάφορα επιτοκίων. Για παράδειγμα, οι προβληματικές ισπανικές τράπεζες που στηρίζονται από την ΕΕ, κρατούν 231 δις ισπανικά ομόλογα, δυο φορές τα ίδια κεφαλαία τους.

Όμως η αδράνεια των πολιτικών, που καλύφθηκαν πίσω από τον εύκολο κρατικό δανεισμό, μαζί με την «κόπωση λιτότητας», έφεραν την κατάσταση σήμερα σε χειρότερο σημείο από αυτό που ήταν οι χώρες τους προ τριετίας με μεγαλύτερη ανεργία, αποπληθωρισμό και αύξηση των προς ύφεση κατευθυνόμενων χωρών.

Το πρόβλημα όμως είναι πιο σύνθετο. Οι τράπεζες βρίσκοντας δύσκολη την αύξηση των κεφαλαίων τους, προτίμησαν την συρρίκνωση των χορηγήσεων τους ώστε να βελτιώσουν έτσι την σχέση ίδια κεφαλαία προς χορηγήσεις. Αυτή η στέρηση ρευστότητας στις πραγματικές οικονομίες ιδίως των χωρών του Νότου, λόγω προτίμησης των χορηγήσεων στα αναφερθέντα κρατικά ομόλογα, εκεί που ήδη πάσχουν από συρρίκνωση της κατανάλωσης λόγω λιτότητας, έχει καταστήσει τις οικονομίες τους ελλειμματικές και το ΑΕΠ τους συρρικνούμενο.

Για παράδειγμα οι ισπανικές τράπεζες έχουν μειώσει τις χορηγήσεις τους στην πραγματική οικονομία από τον Ιανουάριο του ’12 έως τον Αύγουστο του ’14 κατά 18% ή 0,56% τον μήνα! Αγοράζουν όμως ομόλογα του ελλειμματικού ισπανικού Δημοσίου με την ρευστότητα της ΕΚΤ.

Για να αντισταθμίσει αυτό ο κ. Ντράγκι δέχθηκε να αγοράσει τιτλοποιημένα δάνεια από την πραγματική οικονομία. Οι τράπεζες εμφανίστηκαν διστακτικές διότι δυσκολεύονται να βρουν αξιόχρεες εταιρίες με ρυθμισμένο τον τραπεζικό τους δανεισμό, κυρίως στο Νότο όπου πολλές εταιρίες είναι στην γκρίζα ζώνη της συνεχούς ανανέωσης του δανεισμού τους ώστε να αποφύγει η τράπεζα να «κοκκινίσει» και αλλά δάνεια. Έτσι οι τράπεζες δυσκολεύονται να βρουν δανειζόμενους που να καλύπτουν τις προδιαγραφές της ΕΚΤ.

Η προσπάθεια να παρακαμφθούν οι τράπεζες δια της απ’ ευθείας αγοράς εταιρικών ομολόγων φτάνει μόνο τα 50 δις περίπου τον χρόνο, ποσό ανεπαρκές, διότι τα αποδεκτά εταιρικά ομόλογα δεν είναι πολλά στο Νότο.

Συνεπώς ο μόνος τρόπος για να βελτιωθεί η ρευστότητα της Ευρωζώνης είναι η απ’ ευθείας ποσοτική χαλάρωση με αγορά κρατικών ομολόγων, σε συνδυασμό με ένα γενναία χρηματοδοτούμενο πανευρωπαϊκό επενδυτικό πρόγραμμα με ευρωπαϊκή, κρατική και ιδιωτική συμμετοχή.

Εδώ το πρόβλημα του κ. Ντράγκι λέγεται Ιταλία και ο κ. Ντράγκι, όπως δεν κουράζονται οι Γερμανοί να επαναλαμβάνουν, είναι Ιταλός.

Η Ιταλία είναι η χώρα – πρόβλημα της Ευρωζώνης και βρίσκεται σε τριπλή ύφεση. Εκ της απροθυμίας των πολιτικών της να αντιμετωπίσουν την πτώση ανταγωνιστικότητας, η Ιταλία σήμερα χάνει 1,3% του ΑΕΠ της τον χρόνο κατά μέσο όρο. Έχει χάσει από το 2007 το 24% της βιομηχανικής της παραγωγής. Η ανεργία των νέων είναι 44% . Τώρα μπήκε και σε αποπληθωρισμό. Μέχρι τώρα η Ιταλία καλύπτει το πρόβλημα με αύξηση του δημοσίου χρέους της, το οποίο θα φθάσει φέτος το 140% του ΑΕΠ .

Πως λειτουργεί τώρα η Ιταλία, χωρίς ανταγωνιστικότητα, με βαριά γραφειοκρατία, προνοιακό κράτος υπεράνω των εισοδημάτων της και αρτηριοσκληρωτικές εργασιακές σχέσεις; Είναι απλό. Το ιταλικό κράτος εκδίδει ομόλογα τα οποία αγοράζουν οι ιταλικές τράπεζες, τα καταθέτουν ως εγγύηση στον κ. Ντράγκι και έχουν ταυτόχρονα ρευστότητα και κέρδη. Παρ’ όλα αυτά εννέα ιταλικές τράπεζες δεν πέρασαν τα πρόσφατα (εύκολα) στρες τεστ, τα οποία δεν έλαβαν υπ’ όψιν τους την μεγαλύτερη απειλή της Ευρωζώνης, τον αποπληθωρισμό. Ήδη η πλειοψηφία των Ιταλών είναι κατά του ευρώ, θεωρώντας το αιτία της απορρύθμισης της οικονομίας της χώρας τους.

Αυτό το πάρτι πρόκειται σύντομα να σταματήσει. Όλοι ξέρουν ότι η αγορά είναι στα πρόθυρα, στην καλύτερη περίπτωση σπασμού, στην χειρότερη περίπτωση, νέας κρίσης. Πόσο εύκολα θα διατίθενται τότε τα ιταλικά κρατικά ομόλογα; Και βεβαίως το ίδιο ισχύει και για την Ισπανία και την Γαλλία.

Ο κ. Ντράγκι το έχει ήδη διαβλέψει. Για να σώσει την κατάσταση, με το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης που προτείνει, θέλει να αντιμετωπίσει αυτή την κατάσταση πριν έρθει. Το κάνει πολύ υπεύθυνα ζητώντας από τους πολιτικούς να ετοιμάσουν ταυτόχρονα ένα μεγάλο πρόγραμμα επενδύσεων το οποίο, συνδυαζόμενο με την ποσοτική χαλάρωση θα φέρει την ανάπτυξη, ώστε τότε μόνο να γίνουν αποδεκτές οι σκληρές δομικές αλλαγές που χρειάζονται οι ευρωπαϊκές κοινωνίες.

Όμως η προσπάθειά του αυτή έχει ήδη τορπιλιστεί από τους Γερμανούς. Οι σχέσεις του με τον Διοικητή της Τράπεζας της Γερμανίας Βάιντεμαν είναι σχεδόν ανύπαρκτες. Ο γερμανικός τύπος δεν παύει να του προσάπτει αναξιοπιστία, ότι δηλαδή θέλει να σώσει την Ιταλία διότι είναι ο ίδιος Ιταλός και ότι η ποσοτική χαλάρωση είναι οικονομολογικά λάθος κατά τους σχετικούς δόκτορες της Γερμανίας.

Το χειρότερο είναι ένα ιστορικό προηγούμενο που έχει ξεχαστεί. Το 1992 η Ιταλία και η Βρετανία ήταν μέλη του μηχανισμού ισοτιμιών, προπομπό του ευρώ. Στις 11 Σεπτεμβρίου του 1992, ο τότε Διοικητής της Τράπεζας της Ιταλίας, Κάρλο Τσιάμπι, μπήκε κάτωχρος στο Υπουργικό Συμβούλιο για να ανακοινώσει ότι, όπως του τηλεφώνησε ο τότε Διοικητής της Τράπεζας της Γερμανίας Έμμινγκερ, δια επιστολής που απέστειλε η Τράπεζα της Γερμανίας προς την Τράπεζα της Ιταλίας, θα έπαυε να στηρίζει την λιρέτα η οποία και υποτιμήθηκε.

Κύριος παράγων και μάρτυρας της υποτίμησης της λιρέτας που ακολούθησε σαν συνέπεια της μονομερούς γερμανικής απόφασης, ήταν ο τότε διευθυντής του Ιταλικού Θησαυροφυλακίου κ. Μάριο Ντράγκι. Πέντε μέρες μετά οι Γερμανοί διέκοψαν την στήριξη της λίρας Αγγλίας, που και αυτή υποτιμήθηκε. Όπως είπε ο βρετανός Υπουργός Οικονομικών Κένεθ Κλαρκ: «Υπήρξε η γελοία εντύπωση ότι, αν τα πράγματα δυσκόλευαν, οι Γερμανοί θα μας βοηθούσαν να ξεμπλέξουμε».

Υπάρχει συνεπώς ιστορικό παρελθόν που κάνει τις γερμανικές ενστάσεις αξιόπιστες και φοβιστικές. Το 2015 είναι σχεδόν βέβαιο ότι, αν δεν έχει ήδη γίνει η ποσοτική χαλάρωση μαζί με ένα τεράστιο πανευρωπαϊκό αναπτυξιακό προγράμματα, θα χρειασθεί να αγοραστούν κρατικά ομόλογα από την ΕΚΤ .

Τι θα κάνουν τότε οι Γερμανοί των οποίων το παρελθόν υποδεικνύει ότι εγκαταλείπουν τους εταίρους τους στις δύσκολες οικονομικά καταστάσεις ;

Πως θα υπάρξει τότε ευρώ και ευρωζώνη;

* Περισσότερα άρθρα στο www.kassandros.gr

Like this Article? Share it!

About The Author

Γράφει με ψευδώνυμο γιατί δεν επιθυμεί καμία προσωπική προβολή αλλά μόνο αυτή των ιδεών του. «Το Κάσσανδρος», λέει, «μας το κολλήσατε εσείς, οι φίλοι μας όταν προβλέπαμε διάφορα όπως τα προβλήματα της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Γαλλίας που τότε δεν τα πιστεύατε. Τα λίγα που χρειάζεται να ξέρετε για μένα προσωπικά», συνεχίζει, «είναι ότι έχω σπουδάσει στην Αγγλία και στη Γαλλία, έχω δουλέψει και διδάξει ανά τον κόσμο και σε διαφορετικές δραστηριότητες, έχω διοικήσει, μου έχει απονεμηθεί διδακτορικό (δεν ξέρω γιατί) και έχω αποφοιτήσει επίσης από το Πολυτεχνείο Περάματος, που ήταν μεγάλο σχολείο.»