Σεξ-σε-ισμός
Αν και η αντιμετώπιση του «σεξισμού» αποτελεί μια προσπάθεια της κοινωνίας να προσπεράσει ξεπερασμένες απόψεις και αντιλήψεις που την οπισθοδρομούν, έρχεται άλλη μια φορά η «υπερβολή» που μας διακατέχει, να σαμποτάρει αυτή την προσπάθεια και να διατηρήσει με άλλο «πρόσωπο», μια εξίσου στενόμυαλη αντίληψη, σαν και αυτή που γεννά εξ’ αρχής τον «σεξισμό».
Τον τελευταίο χρόνο ακούσαμε αρκετές φορές, ιδιαίτερα στην πολιτική σκηνή της χώρας, την κατηγορία της «σεξιστικής» συμπεριφοράς. Το αποκορύφωμα αυτής της τάσης προκλήθηκε από τα δυο νέα διαφημιστικά σποτ του νεοσυσταθέντος πολιτικού κόμματος «Το Ποτάμι». Στο ένα υπάρχει ένα λεκτικό ντουέτο μιας νέας κοπέλας, μεταξύ των εννοιών «της πρώτης σεξουαλικής επαφής» και της «πρώτης φοράς που θα ψηφίσεις» και στο άλλο το ντουέτο συνεχίζεται από μια μεγαλύτερη κυρία αλλά αυτή τη φορά ο χορός των εννοιών εξελίσσεται με τον παραλληλισμό της «αποχής από το σεξ», με την «αποχή από την ψηφοφορία». Τα σποτ αυτά κατηγορούνται για «σεξισμό». Οι κατήγοροι αναγνωρίζουν μια διάκριση μεταξύ των φύλων και υπογραμμίζουν ότι κακώς απουσιάζει και ένα αντίστοιχο σποτ με έναν άντρα πρωταγωνιστή. Ακολούθησε, κατόπιν των κατηγοριών, τρίτο βίντεο, αντίστοιχο με το πρώτο αλλά αυτή την φορά με πρωταγωνιστή ένα νέο άντρα.
Ο «σεξισμός» είναι η συμπεριφορά που διακρίνει τους ανθρώπους βάσει του φύλου τους. Αν και έχει εφαρμογή και στα δύο φύλα, ιστορικά τον συναντάμε πολύ συχνότερα στην ανδρική συμπεριφορά και αντίληψη απέναντι στη γυναίκα. Η πρώτη εμφάνιση του όρου, σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη, έγινε το 1965 στην Πενσυλβάνια των Ηνωμένων Πολιτειών στο κολέγιο Franklin & Marshall. Εκεί, σε μια φοιτητική συζήτηση, η Pauline M.Leet αναφερόμενη στη μελέτη της με τίτλο «Γυναίκες και Προπτυχιακό», συγκρίνει τη διάκριση στην γυναίκα εξαιτίας του φύλου της, με το «ρατσισμό». Υποστηρίζει ότι και στις δυο περιπτώσεις κάποιος καταλήγει σε συμπέρασμα για την αξία κάποιου, αναφερόμενος σε στοιχεία τα οποία είναι άσχετα με το αντικείμενο προς διερεύνηση. Χαρακτηριστικά αναφέρει «Όταν υποστηρίζεις… ότι αφού λιγότερες γυναίκες γράφουν καλή ποίηση αυτό δικαιολογεί τον απόλυτο αποκλεισμό τους, παίρνεις μια θέση ανάλογη με αυτή ενός ρατσιστή – στην περίπτωση αυτή μπορώ να σε πω “σεξιστή”…». Φυσικά ο όρος είναι νέος σε σχέση με την ηλικία της ερμηνείας του. Η διάκριση βάσει του φύλου, ειδικά προς τη γυναίκα, είναι δυστυχώς ένα αρχαίο κοινωνικό χαρακτηριστικό.
Αν και η καταπολέμηση του «σεξισμού», θα μπορούσε να σταθεί και υπό την σκέπη του «φεμινισμού», υπάρχουν κάποιες ιδιάζουσες διαφορές. Καταρχήν αναφέρεται και στα δυο φύλα. Μπορεί κάλλιστα ένας άνδρας να κατηγορήσει μια γυναίκα για «σεξισμό». Επίσης ο «σεξισμός» μπορεί να μην αναφέρεται στην έννομη ισότητα και τα ίσα δικαιώματα, που είναι ο βασικός στόχος του «φεμινισμού», αλλά στην αντίληψη και στον τρόπο σκέψης ενός ή περισσότερων ανθρώπων και πώς αυτή μπορεί να επηρεάσει τη συμπεριφορά τους απέναντι στο αντίθετο φύλο.
Παρατηρείται όμως μια υπερευαισθησία στην κατά τα άλλα δίκαιη αυτή προσπάθεια της καταπολέμησης αυτού του κοινωνικού φαινομένου. Πλέον αγγίζει τα όρια της γελοιότητας, καθότι έρχεται σε σύγκρουση και με κοινά αποδεκτές απόψεις, τις οποίες όλοι αναγνωρίζουμε και αποδεχόμαστε ως βασικά χαρακτηριστικά των φύλων. Το να αναγνωρίζεις πέρα από τα κοινά και κάποια διαφορετικά χαρακτηριστικά, δεν είναι «σεξιστικό» αλλά πραγματικό.
Αν παρασυρθούμε σε αυτή την υπερβολή την επόμενη φορά που θα δούμε μια διαφήμιση μπύρας με πρωταγωνιστές άντρες ή μια διαφήμιση που να αναφέρεται σε ποδοσφαιρόφιλους, μπορούμε κάλλιστα να τις κατηγοριοποιήσουμε ως «σεξιστικές». Κάνοντας χρήση αυτής της προσέγγισης, μπορούμε να αναρωτηθούμε γιατί ένας άντρας να πίνει μπύρα και όχι μια γυναίκα στη διαφήμιση ή γιατί να μην είναι και μια γυναίκα στον καναπέ με τις φίλες της και να βλέπει ποδόσφαιρο; Τα παραδείγματα δεν είναι υπερβολή. Η τελευταία ανήκουστη κατηγορία για «σεξισμό», είναι προς το διάσημο βρετανό, Bear Gryll, ειδικευμένο σε τεχνικές επιβίωσης στη άγρια φύση, που στο τελευταίο τηλεοπτικό του σόου, παρακολουθεί τις προσπάθειες επιβίωσης κάποιων ανδρών που εγκαταλείπονται σε ένα έρημο νησί.
Το σημείο σημασίας όμως δεν είναι αυτό. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό στην υπερβολή για το τι ερμηνεύεται ως «σεξισμός», μπορεί να επηρεάσει τη συμπεριφορά μας και τις διαπροσωπικές μας σχέσεις σε υπερβολικό επίπεδο, αποστειρώνοντας έτσι ακόμα και τα τελευταία δείγματα «ανθρώπινης» συμπεριφοράς και έκφρασης που μας έχουν μείνει. Ζούμε την απόλυτη αποξένωση στις ανθρώπινες επαφές και σπρώχνουμε ακόμα περαιτέρω μια «ρομποτική» διάλεκτο επικοινωνίας. Δαιμονοποιούμε το κομπλιμέντο και τη μαγεία που η γυναικεία ομορφιά μπορεί να προκαλέσει στο ανδρικό φύλο. Ξεβάφουμε το «χρώμα» ενός άνδρα με την απλοϊκή του -και καμιά φορά παιδική- προσέγγιση σε διάφορα θέματα. Εθελοτυφλούμε και φαίνεται να επιθυμούμε την απρόσωπη επικοινωνία, ενώ στην πραγματικότητα συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο.
Η πιο σωστή ερμηνεία του «σεξισμού», που θέτει τα πραγματικά του όρια, είναι αυτή από έναν λόγο της συγγραφέως Caroline Bird, το 1968 (επίσης διεκδικεί την πατρότητα του όρου), με τίτλο «On Being Born Female», όπου αναφέρει ότι «Sexism is judging people by their sex when sex doesn’t matter» (σε ελεύθερη μετάφραση: «Σεξισμός είναι να κρίνεις τους ανθρώπους σύμφωνα με το φύλο τους όταν το φύλο δεν έχει σημασία»). Είναι χαρακτηριστική η προϋπόθεση που συμπληρώνει τον όρο, «..when sex doesn’t matter». Έτσι αναγνωρίζεται το φυσιολογικό, δηλαδή ότι σε κάποιες περιπτώσεις το φύλο έχει σημασία.
Προτείνεται λοιπόν η πιο «ανθρώπινη» προσέγγιση τέτοιων θεμάτων χωρίς στενόμυαλες προσεγγίσεις και «ιεροεξεταστικά» χαρακτηριστικά. Εξάλλου, δεν υπάρχει τίποτε άλλο που να φέρνει πιο κοντά τα δυο φύλα, από τη μεγαλύτερη γνώση και κατανόηση του ενός προς τον άλλο.