Αγαπάς την Ελλάδα; Απόδειξη!
Αξέχαστη καμπάνια του Υπουργείου Οικονομικών από τις αρχές της δεκαετίας του ‘90. Ακόμα και σήμερα, 20 χρόνια μετά, παλεύουμε σαν κοινωνία να λύσουμε αυτό το πρόβλημα. Μήπως τελικά η «αγάπη προς την Ελλάδα» δεν ήταν η κατάλληλη ατάκα για να αφυπνίσει τη συνείδηση κάθε έλληνα φορολογούμενου πολίτη;
Η χαρακτηριστική πλέον, καλτ διαφήμιση, έδειχνε έναν οδηγό να κάθεται μέσα σε ένα αμάξι άνετος ενώ κάποια κορόιδα το έσπρωχναν στην ανηφόρα. Ο οδηγός αντιπροσωπεύει τον φοροφυγά ο οποίος κερδίζει από τον ιδρώτα και τον κόπο των άλλων. Όχι μόνο δεν τους βοηθά να σπρώξουν το αμάξι αλλά κάθεται και μέσα αυξάνοντας το βάρος του αυτοκινήτου. Το σποτ κλείνει με την ατάκα, «Αγαπάς την Ελλάδα; Απόδειξη!» και… «σκρατς», ακολουθεί ο χαρακτηριστικός ήχος κοψίματος της απόδειξης από την ταμειακή μηχανή.
Βλέποντας ξανά αυτή την διαφήμιση, αναρωτιέμαι αν πραγματικά έχει αλλάξει κάτι. Ακόμα και σήμερα σε μια νυχτερινή έξοδο, παρατηρούμε πολύ συχνά ότι στο τραπέζι μας δεν έρχεται νέα απόδειξη με την παραγγελία του δεύτερου ποτού. Ο πανούργος Έλληνας θα βρει τον τρόπο να ξεφύγει αν θέλει. Μπορεί κάποιος να θεωρήσει ότι μας πήρε είκοσι χρόνια να κόψουμε την πρώτη απόδειξη για το πρώτο ποτό και να το δει ως βελτίωση, εγώ όμως αναρωτιέμαι και πάλι αν τελικά χρειαζόμαστε άλλα είκοσι για να φτάσουμε στο σημείο να κόβουμε και τη δεύτερη. Ελπίζω πραγματικά πως όχι.
Τελικά την αγαπάμε την Ελλάδα ή είναι απλώς ρητορική η ερώτηση της διαφήμισης; Προσωπικά, πιστεύω ακράδαντα ότι την αγαπάμε. Γιατί όμως αυτή η ριμάδα η απόδειξη δεν κόβεται; Πρέπει δηλαδή να μπει ένας «ράμπο»* της εφορίας σε κάθε μαγαζί, από τα χιλιάδες που έχουμε, για να κάνουμε δουλειά;
Πιστεύω πως όλοι έχουμε κληρονομήσει μια φοβία ότι μπορεί να χαρακτηριστούμε κορόιδα. Πώς όμως να μην υπάρχει αυτή η νοοτροπία, όταν διαπιστώνεις ότι, εσύ που πλήρωσες τον φόρο στην ώρα του, τώρα πρέπει να πληρώσεις τον επόμενο και ο διπλανός σου που δεν τον πλήρωσε, απλά θα κάνει διακανονισμό σε πενήντα δόσεις; Αυτός ανταμείβεται κι εσύ δεν απολαμβάνεις ούτε καν μια ευνοϊκή ρύθμιση.
Είναι τόσο εξοργιστική αυτή η αντιμετώπιση που, πολύ λογικά, προκαλεί την προσωπική επανάσταση του καθενός. Λες ένα τουρκοελληνικό «άϊ σιχτίρ», δεν κόβεις τη δεύτερη απόδειξη και ο πελάτης σου, επειδή αισθάνεται εξίσου απογοητευμένος και θυμωμένος με το σύστημα, δεν στη ζητά. Κάποια στιγμή σε βλέπει και ο ιδιοκτήτης από το διπλανό μαγαζί, μπαίνει πλέον το θέμα του ανταγωνισμού, κάνει κι εκείνος το ίδιο και ούτω καθεξής.
Βαρέθηκα αυτόν τον φαύλο κύκλο και το ατέρμονο κυνηγητό της ουράς μας. Κι όμως, μπορούμε αν θέλουμε να είμαστε τσαντισμένοι με την ανωμαλία του κράτους ενώ παράλληλα προσπαθούμε να είμαστε εντάξει με τις υποχρεώσεις μας σαν φορολογούμενοι πολίτες. Δεν είναι ανάγκη να παίρνουμε με κάθε τρόπο τη μικρή εκδίκησή μας. Όχι επειδή οι προθέσεις μας δεν το αξίζουν αλλά γιατί στην ουσία χτυπάμε και πάλι τον εαυτό μας.
Αν λοιπόν οι φορείς βρουν λεφτά για κάποιο καινούριο, ανάλογο σποτάκι, θα τους συμβούλευα να κλείσουν με την ατάκα «Αγαπάς τον εαυτό σου; Απόδειξη!»
* Οι «ράμπο» της εφορίας: παρακαλώ πολύ τα ΜΜΕ της χώρας να σκεφτούν μια άλλη παρομοίωση. Είναι πλέον αστείο να χαρακτηρίζεις κάποιον δημόσιο υπάλληλο που βγαίνει αραιά και που από το γραφείο του ως «ράμπο». Πέραν του ότι είναι μπαγιάτικος blockbuster χαρακτηρισμός περασμένης δεκαετίας, είναι και γελοίος. Δηλαδή, πολλοί Έλληνες που τρέχουμε για τη δουλειά μας πέρα-δώθε, πάνω-κάτω, πρωί-μεσημέρι-βράδυ, επτά ημέρες την εβδομάδα, τι είμαστε; Αν κάναμε τα ίδια και εργαζόμασταν στο δημόσιο πώς θα μας έλεγαν άραγε; Τα Godzilla;