Το ελληνικό όνειρο
Ποιο είναι άραγε αυτό το ελληνικό «όνειρο» που μοιραζόμαστε οι περισσότεροι και ποια είναι τα χαρακτηριστικά του; Επηρεάζεται από τον χρόνο ή παραμένει σταθερό στην ουσία του; Η πλειοψηφία φαίνεται να μοιράζεται μια φιλοδοξία για κάτι αόριστο αλλά με συγκεκριμένες προδιαγραφές. Μπορεί το όνειρο ενός ολόκληρου λαού να μας ψιθυρίσει τα πιο βαθειά χαρακτηριστικά του; Ίσως τελικά να ισχύει το ότι «αν μου πεις το όνειρο σου, θα σου πω ποιος είσαι».
Όλα ξεκινούν από την ανακάλυψη της Αμερικής. Αυτή η νέα γη, πέρα από όλα τα άλλα, εξυπηρετούσε και σαν μια δεύτερη ευκαιρία για πολλούς ανθρώπους που την χρειαζόντουσαν. Για ανθρώπους που δεν είχαν πολλές πιθανότητες να πετύχουν κάτι ιδιαίτερο αν παρέμεναν στην ταξική και γερασμένη Ευρώπη. Πολλοί φτωχοί, αμόρφωτοι, εγκληματίες και τυχοδιώκτες ταξίδεψαν έχοντας όλοι την ελπίδα να φτιάξουν την ζωή τους από την αρχή. Αργότερα ακολούθησαν οι μετανάστες με την ίδια ελπίδα. Η πλειοψηφία, κατάφερε με σκληρή δουλειά να ανεβάσει το επίπεδο της διαβίωσης της, να κάνει οικογένεια, να αποκτήσει περιουσία. Από το τίποτα, τους δόθηκε η ευκαιρία να γίνουν κάτι.
Αυτή η πλατφόρμα της ‘ευκαιρίας για όλους’ σε μια καλύτερη ζωή μέσα από την σκληρή δουλεία, είναι και η βάση πάνω στην οποία στηρίχτηκε και χτίστηκε το εθνικό «ιδεολόγημα» για το λεγόμενο Αμερικανικό Όνειρο. Το όνειρο που δεν είναι τίποτα άλλο από την εξυπηρέτηση της ανθρωπινής επιδίωξης για μια καλύτερη ζωή, για σένα και για τους απογόνους σου, την οποία κερδίζεις, όχι δωρεάν, αλλά μέσα από την ανταμοιβή στην προσπάθεια σου. Αργότερα και με την βοήθεια του σινεμά, προστέθηκαν στο Αμερικανικό Όνειρο εξωτερικά χαρακτηριστικά όπως το καλά κουρεμένο γρασίδι στην μονοκατοικία, τα μπάρμπεκιου, ο σκύλος, τα τρία παιδιά και η γυναίκα που γνώρισες και ερωτεύτηκες στο κολλέγιο. Η πραγματική του ουσία όμως είναι η ανταμοιβή της προσπάθειας σου ανεξαρτήτως της προέλευσης σου.
Αν και τόσο απλό και λογικό, είναι όντως μια φιλοδοξία η οποία άξια έχει προικιστεί με την λέξη «όνειρο». Αρκεί μόνο να σκεφτούμε πόσοι από εμάς ανταμειβόμαστε αντιπροσωπευτικά για την προσπάθεια μας. Δεν χρειάζεται να περιορίσουμε την σκέψη μας στις χρηματικές απολαβές. Η ανταπόδοση περιλαμβάνει όλες τις πλευρές μιας κοινωνίας. Από τις δημόσιες και ιδιωτικές υπηρεσίες, από την περίθαλψη, τις υποδομές, την εκπαίδευση, τον βαθμό ελευθερίας της έκφρασης μέχρι την ευγένεια του συνανθρώπου σου, την καλημέρα του περαστικού, το ευχαριστώ και το παρακαλώ σε μια απλή συνδιαλλαγή με έναν συμπολίτη σου. Αν τυχόν πάμε πιο πίσω στο χρόνο, στην εποχή των γονέων ή παππούδων μας, θα βρούμε ότι τα πράγματα ήταν ακόμα πιο δύσκολα και αν συνεχίσουμε αυτή την πορεία ιστορικά προς τα πίσω, θα διαπιστώσουμε ότι όσο πίσω ταξιδεύουμε τόσο πιο πολύ περιορίζεται το ποσοστό των ανθρώπων σε μια κοινωνία που ανταμειβόταν αξιοκρατικά για την προσπάθεια που κατέβαλλε. Άρα, είναι εύλογο να αποκαλούμε «όνειρο» την κοινωνική αξιοκρατία στην προσπάθεια του ανθρώπου.
Ποιο είναι λοιπόν το αντίστοιχο Ελληνικό Όνειρο; Δυστυχώς, δεν έχει την ίδια πλατφόρμα με του Αμερικανικού. Αν γδύσουμε την φιλοδοξία για εργασία στο δημόσιο ή σε μια τράπεζα όπως έλεγαν οι παλαιότεροι, την είσοδο μας σε ένα πανεπιστήμιο στο οποίο δεν σε βιάζει κανείς να αποφοιτήσεις, την μίζα για το οτιδήποτε, από το φακελάκι, έως την μαύρη σακούλα με τα μετρητά και τους υπεράκτιους τραπεζικούς λογαριασμούς, την πώληση ολόκληρης ή μέρους μια κληρονομιάς, (τα γνωστά και ως: «τα έτοιμα»), την δημοφιλή επιδίωξη για το άνοιγμα ενός μαγαζιού όπου είμαστε αφεντικά, την σύνδεση του γάμου μας με την επίτευξη κάποιας οικονομικής ευημερίας, παντού θα βρούμε τα ίδια χαρακτηριστικά, το εύκολο κέρδος και την ασφάλεια.
Αυτή είναι η βάση πάνω στην οποία στηρίχτηκε η διαμόρφωση του νεοελληνικού ονείρου: πώς θα κερδίσεις περισσότερα από όσα αξίζεις και πως θα διασφαλίσεις την προσωπική σου ασφάλεια ανεξαρτήτως του βάρους που προκαλείται στο σύνολο όπου και εσύ περιλαμβάνεσαι.
Με άλλα λόγια, αυτό που ο κατά τα άλλα πολύ σοφός λαός μας λέει απλοϊκά: «πώς θα δέσεις τον γάιδαρο σου».
Το τίμημα για την εκπλήρωση αυτών των επιδιώξεων, είναι και η αδυναμία της σύμπλευσης της κοινωνίας προς το κοινό καλό. Γι’ αυτό και ο Έλληνας διαπρέπει σε ξένα κοινωνικά σύνολα. Διότι εκεί η πορεία του ατόμου ακολουθεί την ευημερία του συνόλου. Δεν μπορεί να προηγηθεί το ατομικό σου συμφέρον. Σε εμάς εδώ συμβαίνει δυστυχώς το αντίθετο. Η προσπάθεια ξεκινά όχι από το σύνολο αλλά από το άτομο. Έτσι ο στόχος είναι η ευημερία του ατόμου την οποία πρέπει να ακολουθήσει το σύνολο.
Κατ’ επέκταση φαίνεται να προηγούνται τα συμφέροντα της ολιγαρχίας. Όχι της ολιγαρχίας όπως την φαντάζεται ο λαϊκισμός. Η ολιγαρχία δεν αποτελείται από τους οικονομικά εύπορους. Η ολιγαρχία είναι οπουδήποτε το συμφέρον της μειοψηφίας υπερκαλύπτει το κοινό καλό, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και η ίδια η ολιγαρχία. Έτσι ο κλητήρας που θα πάρει δέκα ευρώ για να σου δώσει χαρτάκι στην ουρά με νούμερο που προηγείται αυτού που ήρθε από το πρωί και στέκεται στην ουρά ώρες, ο κατασκευαστής που πλήρωσε την πολεοδομία για να κάνει τα στραβά μάτια στις αυθαιρεσίες του έως και ο πολιτικός που πήρε μια προμήθεια για κάποια δημόσια αγορά, όλοι αυτοί είναι η ολιγαρχία. Με διαφορετικό τεχνικό βάρος ευθύνης αλλά με την ίδια ακριβώς νοοτροπία. Είναι οι ολίγοι που υπερτερούν του συμφέροντος των πολλών, όχι λόγω της οικονομικής ή πολιτικής τους δύναμης, αλλά λόγω της επιδίωξης του προσωπικού τους συμφέροντος αδιαφορώντας για εκείνο του συνόλου.
Αν παρόλα αυτά ξεφύγουμε από την βαθειά ριζωμένη αιτία -που θα συνοψίζαμε απλά ότι «είμαστε για την πάρτι μας»- και αν ελαφρύνουμε λίγο την διερεύνηση αυτή, στεκούμενοι στα εξωτερικά χαρακτηριστικά, το Ελληνικό Όνειρο σίγουρα δεν περιλαμβάνει ένα φρέσκο κουρεμένο γρασίδι. Ίσως βρούμε ένα μπαράκι σε ένα νησί ή ένα μικρό ξενοδοχείο σε ένα βουνό. Συνήθως το σκηνικό του ονείρου στήνεται έκτος Αθηνών. Αυτό κάτι θα πρέπει να μας πει για την πρωτεύουσα μας παρεμπιπτόντως. Το Όνειρο διακατέχεται από μια απλότητα συνδυασμένη όμως με ασφάλεια. Λέμε: «…δεν θα ζω πλούσια, αλλά δεν θα πεινάω κιόλας…». Είναι σαν να σέρνεται νωχελικά το Ελληνικό Όνειρο στα πλούσια βουνά μας και να κολύμπα γύρω από τα νησιά, στην μοναδική θάλασσα μας. Είναι μια φούσκα ατομικότητας, πρησμένη με ανασφάλεια, φοβισμένη απέναντι στις προκλήσεις της ζωής, με περιορισμένη φαντασία, με συρρικνωμένες φιλοδοξίες και βαθειά ριζωμένες λανθασμένες ανάγκες για την κάλυψη της ατομικής ασφάλειας σε αντίθεση με την φιλοδοξία και την επίτευξη των πραγματικών ονείρων μας, ατομικών και συλλογικών.