Ένα μουσικό «Interruption» στον κινηματογράφο Τριανόν
Δύο μήνες μετά την ολοκλήρωση της επιτυχημένης διοργάνωσης για το 2015, το Let Me Know! Festival επιστρέφει με ένα event που έχει ήδη εξάψει την περιέργεια των φίλων της μουσικής, αλλά και του κινηματογράφου αυτή τη φορά.
Στις 18 Δεκεμβρίου η σκηνή του Τριανόν και το κοινό του Let Me Know! Festival θα βρεθούν ενόψει μιας πολλά υποσχόμενης συνάντησης. Οι Victory Collapse, αμέσως μετά την κυκλοφορία του νέου τους δίσκου «Atlas», παρουσιάζουν ένα οπτικοακουστικό γεγονός εμπνευσμένοι από τη νέα ταινία του Γιώργου Ζώη, «Interruption», η οποία προβλήθηκε για πρώτη φορά το Σεπτέμβριο και διαγωνίστηκε στα πλαίσια του Διεθνούς Κινηματογραφικού Φεστιβάλ της Βενετίας. Πριν προβληθεί λοιπόν επίσημα στους κινηματογράφους, θα την παρακολουθήσουμε στην αίθουσα του Τριανόν, ντυμένη μουσικά από τους Victory Collapse, μια από τις ενδιαφέρουσες ανερχόμενες post-punk μπάντες.
Με αφορμή αυτήν την ενδιαφέρουσα συνάντηση μουσικής και κινηματογράφου, μέσα από μια live performance, ο Βάτραχος μίλησε με τους Victory Collapse και το νέο σκηνοθέτη, Γιώργο Ζώη, συζητώντας για τη χημεία μεταξύ μουσικής και κινηματογράφου, τα όρια ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη μυθοπλασία, τη λεπτή γραμμή που χωρίζει την παθητική θέαση από το βίωμα.
Ο νέος δίσκος των Victory Collapse κυκλοφόρησε στις 12 Οκτωβρίου υπό τον τίτλο «Atlas»: «Τη φιγούρα του «Άτλαντα» την πρωτοαντικρίσαμε στο εξώφυλλο ενός θεατρικού περιοδικού της δεκαετίας του ’70» είπαν στο Βάτραχο εξηγώντας τη σημασία της φιγούρας του Άτλαντα για τη νέα τους δισκογραφική δουλειά, «και μας καθήλωσε με την εκφραστικότητα αλλά και την απόκοσμη αγριάδα της. Συνάμα τα χέρια του ήταν σε τέτοια στάση που παρέπεμπε στη στάση του Άτλαντα. Εγένετο λοιπόν “Atlas”. Σίγουρα αυτός ο δίσκος “κουβαλάει” αρκετά πράγματα. Τις προσωπικότητες των τεσσάρων μας, τη μουσική που έχουμε ακούσει, τα βιώματα μας και την εποχή που ζούμε, που αποτελεί ίσως το μεγαλύτερο βάρος. Όμως αυτό αποτελεί μια ανάγνωση που αρχικά δεν σκεφτήκαμε. Στα μάτια μας η δυναμική του εξωφύλλου αντανακλά και την δυναμική του δίσκου, και αυτό είχε τη μεγαλύτερη βαρύτητα στην επιλογή του».
Ξεκινώντας τη συζήτηση από το ρόλο της μουσικής στον κινηματογράφο, οι Victory Collapse είναι υπέρ της θέσης της μουσικής ως λόγου που εμπλουτίζει το κινηματογραφικό έργο – όχι ως απλής αναπαραγωγής του: «Πιστεύουμε ότι η κινηματογραφική μουσική δεν πρέπει να συνοδεύει επαναλαμβάνοντας την εικόνα, το οποίο σε πολύ ειδικές περιπτώσεις μπορεί ίσως να λειτουργήσει, αλλά θα πρέπει να εμπλουτίζει και να διευρύνει το όραμα του σκηνοθέτη. Είναι πολύ σημαντικό το ότι δε γίνεται η εικόνα με βάση τη μουσική αλλά η μουσική με βάση την εικόνα. Ίσως μόνο όταν καταφέρνει ταυτόχρονα να υπάρχει και αυτονομημένη από την εικόνα άλλα και μέσα σε αυτή να πετυχαίνει το σκοπό της».
«Από τη μια πλευρά τα έτοιμα soundtracks», συνεχίζουν, «διασφαλίζουν την αυτονομία της μουσικής σε μια ταινία, πράγμα που ενδεχομένως την εμπλουτίζει. Όμως και αυτό είναι πολύ σχετικό αφού θα πρέπει συγκεκριμένα πράγματα της μουσικής να δένουν με την ταινία αλλιώς μπορεί να αποπροσανατολίσει και μετατοπίσει την προσοχή του θεατή καταστρέφοντάς την. Οι κατ’ αποκλειστικότητα συνθέσεις θεωρούνται πιο ταιριαστές αλλά ο περιορισμός της εικόνας μπορεί να επιδρά στην ποιότητα της σύνθεσης και να μην έχει και τη δυναμική ενός κομματιού που στέκεται μόνο του. Υπάρχουν ταινίες με soundtracks από προϋπάρχοντα τραγούδια που έχουν μοναδική σχέση με τους χαρακτήρες ή με καταστάσεις μέσα σε αυτή αλλά και ταινίες με κατ’ αποκλειστικότητα μουσική που αφήνουν μοναδικό αποτύπωμα σε σχέση με την εικόνα. Ίσως να καταλήγαμε στο ότι έγκειται περισσότερο στο πώς θα χρησιμοποιηθεί από το σκηνοθέτη».
Όσον αφορά στο συνθετικό τους εγχείρημα εμπνευσμένο αποκλειστικά από τη νέα ταινία του Γιώργου Ζώη, οι ίδιοι ομολογούν ότι ήταν περισσότερο απάντηση σε μια πρόκληση: «Ήταν μια πολύ ενδιαφέρουσα πρόταση και ιδέα του Γιάννη του Ραουζαίου. Ο τρόπος που συνέδεσε την ταινία με εμάς, βάζοντας μας και την πρόκληση να κάνουμε κάτι που δεν έχουμε ξανακάνει, μας βρήκε σύμφωνους πριν ακόμα δούμε την ταινία. Τα στοιχεία που μας παρακίνησαν λοιπόν ήταν η πρόκληση του διαφορετικού σε συνδυασμό με την πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία της ταινίας γύρω από την τέχνη και την πραγματική ζωή».
Για τη συνάντηση αυτή που θα πραγματοποιηθεί στη σκηνή του Τριανόν μίλησε στο Βάτραχο και ο ίδιος ο σκηνοθέτης της ταινίας «Interruption», Γιώργος Ζώης: «Χαίρομαι πάρα πολύ για αυτή την συνάντηση γιατί καταρχάς πρωτοάκουσα ένα συγκρότημα που γράφει υπέροχη και δυνατή μουσική και είμαι σίγουρος ότι θα πρωτοτυπήσουν και θα γράψουν ξεχωριστή μουσική για αυτό το event. Αλλά κυρίως χαίρομαι που πριν βγει η ταινία στα σινεμά, δραπετεύει από τα στενά όρια της προβολής και θα συνομιλήσει με μια άλλη μορφή τέχνης, και ίσως και ένα άλλο κοινό. Αυτή η όσμωση είναι κάτι που η ίδια η ταινία το αναζητεί και της δίνει μια διαφορετική έκφραση, μια παράλληλη ζωή. Ανυπομονώ να το δω να συμβαίνει».
Ανυπομονώντας για το βράδυ της Παρασκευής, του ζητήσαμε να μας δώσει μια γεύση από τη νέα του ταινία και τους άξονες στους οποίους βασίζεται και παράλληλα κινείται: «To Interruption αναφέρεται σε μια διακοπή που είναι αμφίσημη: κανείς δε γνωρίζει αν πραγματικά είναι αληθινή ή όχι. Σε μια διακοπή τα πράγματα αλλάζουν οφθαλμοφανή ή απλά συνεχίζουν χωρίς κανείς να έχει συνειδητοποιήσει ότι διακόπηκαν. Στη δεύτερη περίπτωση οι άνθρωποι βιώνουν τις συνέπειες χωρίς να αντιλαμβάνονται από που προέρχονται. Η ταινία είναι κατασκευασμένη με τέτοιο τρόπο ώστε να υπάρχουν πολλά επίπεδα ανάγνωσης και διαφορετικών ερμηνειών. Μιλάει για την εκδίκηση, την εξουσία, το θέαμα, τα όρια τέχνης και ζωής, τους ρόλους που παίζουμε και τις μάσκες που φορούμε. Αλλά κυρίως για μένα το θέμα της είναι η ταυτότητα – η ταυτότητά μας μέσω του βλέμματός μας».
Πόσο ασφαλής είναι τελικά η θέση και η τοποθέτησή μας ως θεατές απέναντι στο διαχωρισμό πραγματικότητας και μυθοπλασίας, τόσο μέσα στην αίθουσα – κατά τη διαδικασία της θέασης ως τέτοιας – όσο και έξω από αυτή – έπειτα από την ολοκλήρωση αυτής της διαδικασίας; «Δεν υπάρχει καμία ασφάλεια και καμία βεβαιότητα ως θεατές απέναντι σε αυτό τον διαχωρισμό» απαντά ο Γιώργος Ζώης. «Καθημερινά κατακλυζόμαστε από εκατομμύρια εικόνες, τις οποίες αδυνατούμε να επεξεργαστούμε και να βαθύνουμε μέσα τους. Η ίδια τους η υπόσταση ως αληθινά ντοκουμέντα, με την μετέπειτα επεξεργασία ή και το ίδιο του αρχικό στήσιμο τους, αμφισβητείται καθημερινά. Κάθε εικόνα πεθαίνει με την δημιουργία της και αντικαθίσταται από μια νέα ταυτόχρονα με την γέννηση της. Σε αυτό τον ωκεανό σύγχυσης, η αναλογία δράσης και πληροφορίας έχει αλλάξει δραστικά. Μαθαίνουμε τόσα πράγματα για τόσες διαφορετικές καταστάσεις και δεν κάνουμε απολύτως τίποτα για αυτά. Για την πλειοψηφία της ανθρώπινης μάζας, η μόνη πληροφορία που η γνώση της με την ανάληψη δράσης είναι στο ίδιο επίπεδο, είναι το δελτίο καιρού».
Έπειτα από το ταξίδι του «Interruption», αλλά και των δυο προηγούμενων μικρού μήκους ταινιών του, στο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Βενετίας, ο Γιώργος Ζώης μίλησε, τέλος, για το κλίμα και τις τάσεις που επικρατούν στις αίθουσες αυτές των διεθνών φεστιβάλ και των απονομών, αλλά και για τον τρόπο που ο ίδιος αντιλαμβάνεται την έννοια του «ελληνικού κοινού» και την ύπαρξή του μέσα σε ένα διεθνές πλαίσιο. «Στο εξωτερικό υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για τον κινηματογράφο στην Ελλάδα. Αλλά τώρα τελευταία έχω εισπράξει μια κούραση όσο αναφορά το weird wave. Κάθε μόδα είναι εφήμερη και ξεκινά τολμηρά και underground με κίνδυνο να γίνει ανώδυνη και mainstream. Αυτό που ξεχωρίζει σε βάθος χρόνου είναι το προσωπικό στίγμα των δημιουργών και η τόλμη τους να πουν τις ιστορίες τους με το δικό τους μοναδικό και αληθινό τρόπο. Οτιδήποτε άλλο είναι κατασκευή εκ του πονηρού, στα όρια του δήθεν και της απομίμησης».
«Όσο για το ελληνικό κοινό» συμπληρώνει, «δε γνωρίζω καν τι σημαίνει αυτή η έννοια. Είναι γνωστό ότι το νούμερο των Ελλήνων θεατών σε μια ελληνική ταινία πολλές φορές ισούται με το νούμερο των ξένων θεατών σε δυο-τρεις προβολές σε ένα ξένο φεστιβάλ. Για μένα αυτό δεν με πειράζει αφού η ταινία μου ταξιδεύει και συνολικά έρχομαι σε επαφή με χιλιάδες θεατές ανά τον κόσμο και φυσικά και με τους έλληνες. Αυτό είναι το κοινό το δικό μου και η άμεση επικοινωνία μαζί του είναι η μόνη που μετράει. Δεν έχει νόημα να μάθω ή να προβλέψω τις αντιδράσεις ή τα ενδιαφέροντα του όποιου κοινού. Προτιμώ να κοιτάζω μέσα μου και αν αυτό συναντηθεί με το μέσα κάποιων άλλων, τότε ότι έκανα μετράει».
Κυρίες και κύριοι, την προσοχή σας παρακαλώ! Την Παρασκευή, 18 Δεκεμβρίου, το Let Me Know! Festival φέρνει στην ίδια σκηνή ένα από τα πιο δυνατά punk rock συγκροτήματα του σήμερα και έναν από τους πιο πολυσυζητημένους νέους Έλληνες σκηνοθέτες, με την πρώτη επίσημη προβολή της πρώτης μεγάλου μήκους ταινίας του, για να αναπτύξουν έναν ξεχωριστό μουσικο-κινηματογραφικό διάλογο πάνω στα όρια ανάμεσα στο θέαμα και την πραγματικότητα, το οποίο ανυπομονούμε να παρακολουθήσουμε στη σκηνή του Τραινόν (Κοδριγκτώνος 21, Αθήνα).