Ματιές στην κινηματογραφική πορεία του Παντελή Βούλγαρη
Με αφορμή την πρεμιέρα της τελευταίας ταινίας του Παντελή Βούλγαρη, της πολυαναμενόμενης «Μικράς Αγγλίας», το thefrog.gr κάνει μία αναδρομή στην κινηματογραφική πορεία του μεγάλου Έλληνα σκηνοθέτη.
«Στις ταινίες μου έβαλα όλη μου την ψυχή, τις ικανότητες, τη ζωή μου την ίδια». Κάπως έτσι είχε χαρακτηρίσει σε μια συνέντευξή του την σχέση του με τον κινηματογράφο ένας από τους κορυφαίους εν ζωή Έλληνες σκηνοθέτες, ο Παντελής Βούλγαρης. Ο σκηνοθέτης που έχει καταφέρει να εξιστορήσει μέσα από τις ταινίες του μαύρες σελίδες τις ιστορίας αυτού του τόπου μέσα από την αιχμηρή, μοναδική ματιά του.
Από μικρός παθιάζεται με την σκηνοθεσία, με τον τρόπο που στήνεται και κινείται η κάμερα. Όπως ο ίδιος είχε πει, «μια μέρα, έφηβος ακόμα, είδα έναν “ζωντανό” σκηνοθέτη –ήταν ο Σωκράτης Καψάσκης– στον δρόμο κάτω από το σπίτι μας να γυρίζει μία σκηνή, πώς κινούνταν, πώς οργάνωνε στο στήσιμο, πώς κατηύθυνε τους ηθοποιούς του, είπα “ναι, αυτό θέλω να κάνω στη ζωή μου!”».
Αν και μεγαλώνει την εποχή του παλιού -για πολλούς εμπορικού- ελληνικού κινηματογράφου και μαθητεύει στην Φίνος Φιλμ, ο ίδιος θα πάρει διαφορετική πορεία μαζί με τους σύγχρονους κινηματογραφιστές, χωρίς ωστόσο να έρθει τελείως σε ρήξη -όπως πολλοί συνάδελφοί του επιχείρησαν χωρίς επιτυχία. Ο Βούλγαρης θα δώσει άλλη πνοή, άλλη αισθητική στις ταινίες του, θα επικεντρωθεί στους χαρακτήρες των έργων του, θα μιλήσει μέσα από ψιθύρους και όχι κραυγές και ηχηρά εφέ. Θα καταφέρει να προσφέρει στον ελληνικό κινηματογράφο μερικά εξαιρετικά φιλμ.
Τον σημαδεύουν δυο πράγματα, η μεγάλη οθόνη και ο Εμφύλιος – γεγονός που εξηγεί γιατί πολλές ταινίες του καταπιάνονται με το θέμα αυτό. Το ότι η ζωή του ήταν και είναι ο κινηματογράφος αποδεικνύεται από την μέχρι τώρα πορεία του. Ο Βούλγαρης καταγράφει σχεδόν ασταμάτητα – από το 1971 με την ταινία «Ο χορός των τράγων»- ως σήμερα.
Ηappy Day (1976)
Έχοντας ζήσει την εξορία στο πετσί του τα χρόνια της δικτατορίας, ο Βούλγαρης δεν θα μπορούσε να μην καταπιαστεί με το θέμα αυτό. Ο ίδιος είχε δηλώσει σε συνέντευξή του: «όταν το τανκ καβάλησε την πόρτα του Πολυτεχνείου, έφυγα από τη Στουρνάρη και κρύφτηκα σε ένα σπίτι στη Μαυρομματαίων. Λίγες μέρες αργότερα με συνέλαβαν και με εξόρισαν στη Γυάρο. Έμεινα εκεί οκτώ μήνες μαζί με καμιά τριανταριά ακόμα κρατούμενους. Επέστρεψα στην Αθήνα με την πτώση της δικτατορίας». Και κάπου εκεί αρχίζει να κινηματογραφεί το Happy Day, ένα κοινωνικοπολιτικό δράμα που δείχνει τον εφιάλτη της εξορίας που έζησαν πολλοί αριστεροί.
Ο Βούλγαρης άλλωστε θέλει να φανερώσει το πρόσωπο της δικτατορίας που πολλοί προσπάθησαν να εξωραΐσουν. Η ιστορία περιγράφει την ζωή σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης σε ένα ξερονήσι που αποτελεί το κολαστήριο των εξόριστων κρατουμένων. Ανακρίσεις, βία ψυχολογική αλλά και φυσική, καψώνια και βασανιστήρια, συνθέτουν την καθημερινότητα των ανθρώπων που ζουν εκεί. Ένας κρατούμενος, που αρνείται να υποκύψει, υποβάλλεται σε βασανιστήρια και προσπαθώντας να αποδράσει πέφτει στη θάλασσα.
Πέτρινα Χρόνια (1985)
Η αληθινή ιστορία δύο αγωνιστών της Αριστεράς, της Ελένης Βούλγαρη και του Μπάμπη Γκολεμά, από τις αρχές της δεκαετίας του 1950 μέχρι και πτώση της χούντας. Πάνω στην άτυχη ερωτική σχέση των ανθρώπων αυτών που εξαιτίας των διώξεων και των φυλακίσεων δεν κατόρθωσαν ποτέ να γνωριστούν καλύτερα, παρά μόνο μετά την μεταπολίτευση, ο Παντελής Βούλγαρης φτιάχνει ένα από τα αυθεντικότερα λαϊκά έπη του ελληνικού σινεμά.
Τα Πέτρινα Χρόνια περιγράφουν τα προβλήματα μιας γενιάς που ταλαιπωρήθηκε από πολιτικές αναταραχές και αναλύουν μια εποχή που ενώ καθιερωνόταν το δικαίωμα ψήφου των γυναικών, πολιτικοί κρατούμενοι παρέμεναν ακόμα μέσα στις φυλακές.
Νύφες (2004)
Από τις μεγαλύτερες επιτυχίες στον ελληνικό κινηματογράφο και από τις μεγαλύτερες παραγωγές που έχουν γίνει, οι Νύφες ήταν ο συνδυασμός των ταλέντων του Βούλγαρη και της συγγραφέως Ιωάννας Καρυστιάνη, αλλά και της επιμέλειας της παραγωγής του Μάρτιν Σκορτσέζε. Η ιστορία εξελίσσεται στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, κάπου κοντά στην μικρασιατική καταστροφή. Η φτώχια και η εξαθλίωση στην Ελλάδα και τη Ρωσία αναγκάζουν χιλιάδες οικογένειες να στείλουν τα κορίτσια τους στην Αμερική για να παντρευτούν άντρες που έχουν γνωρίσει μόνο από τις φωτογραφίες τους.
Καθώς καταπιάνεται με μια πονεμένη σελίδα της ελληνικής ιστορίας, αυτή της προσφυγιάς, ο Βούλγαρης μέσα από τον φακό του ζωντανεύει μια άλλη εποχή, τους φόβους, τις αγωνίες και τις δυσκολίες των ανθρώπων εκείνων που ταξίδευαν για ένα καινούργιο κόσμο. Παρόλα αυτά πολλοί κριτικοί έκριναν “λίγη” την ταινία στο τελικό της αποτέλεσμα.
Ψυχή Βαθιά (2009)
«Εκεί δίπλα στο πατρικό μου, γωνία Νάξου και Κόντου, είχε στήσει, θυμάμαι, οδόφραγμα ο ΕΛΑΣ σαν ξέσπασαν οι μάχες σε μια Αθήνα που δεν είχε προλάβει να χαρεί την απελευθέρωσή της. Μια μέρα μας πήρε με τον αδελφό μου ο πατέρας με το καροτσάκι και κατεβήκαμε Κολωνάκι μέσω Δροσοπούλου, Πεδίου του Άρεως και Εξαρχείων. Άνθρωπο δύσκολα έβλεπες κι αυτόν βιαστικό, φοβισμένο. Συχνά πυκνά ακούγονταν πυροβολισμοί. Στη Σίνα ψηλά υπήρχε άλλο μεγάλο οδόφραγμα – εκεί ξεκινούσε η “αγγλική”, η κυβερνητική επικράτεια. Στην οικογένειά μας είχαμε, ξέρετε, δύο νεκρούς σε εκείνη την αναμέτρηση, έναν σε κάθε πλευρά» ήταν τα λόγια του Βούλγαρη σε μια συνέντευξή του παλιότερα. Έτσι προσπάθησε να εξηγήσει γιατί τόση εμμονή στις ταινίες του με τον Εμφύλιο, γιατί πολύ απλά τον είδε στα τρυφερά παιδικά του χρόνια και αυτό τον χάραξε όπως όλους της γενιάς του.
Η ταινία σπάει ταμεία και δίκαια – η μουσική, οι ηθοποιοί, η φωτογραφία και η σκηνοθεσία εξαιρετικά. Παρόλα αυτά οι κριτικές πολλές. Πολλοί θα κατηγορήσουν τον Βούλγαρη για μεροληψία και ιστορικές ανακρίβειες. Ο ίδιος θα δηλώσει: «εγώ έκανα μια ταινία. Ανιχνεύοντας προσωπικά δράματα. Απαιτώ όμως από τον θεατή μου να ερευνήσει μόνος του. Να αναρωτηθεί. Να κουβεντιάσει. Δεν είμαι ιστορικός, δεν κάνω διάλεξη. Κάνω ταινίες. Η τέχνη δεν έχει καθήκον να δίνει τελειωμένες ιδέες. Απλώς συγκινεί και ερεθίζει. Είναι η επαναφορά ενός ερωτήματος, μέσω της συγκίνησης.»
Μικρά Αγγλία (2013)
Η πολυναμενόμενη ταινία του Βούλγαρη είναι η εξιστόρηση ενός μεγάλου και τραγικού έρωτα. «Ήθελα να ξαναπώ μια ιστορία από τη γυναικεία πλευρά, όπως έκανα στο Προξενιό της Άννας, στις Ήσυχες Μέρες του Αυγούστου και τις Νύφες» δήλωσε στους δημοσιογράφους.
Για τη Μικρά Αγγλία ο σκηνοθέτης συνεργάστηκε για άλλη μία φορά με την Ιωάννα Καρυστιάνη – που υπογράφει το σενάριο, βασιζόμενη στο ομώνυμο μυθιστόρημά της. Η ταινία απέσπασε θετικές κριτικές μετά την επίσημη πρεμιέρα της στο “Παλλάς” και προβάλλεται ήδη στους κινηματογράφους.