Χημεία vs. timing
Τι είναι πιο σημαντικό σε μια σχέση τελικά; Είναι αυτή η μυστηριώδης, εξωτική και απροσδόκητη χημεία ή είναι εκείνη η μοναδική στιγμή στον χρόνο στην οποία ερχόμαστε πρόσωπο με πρόσωπο με το άλλο μας μισό και ξέρουμε ότι σε οποιαδήποτε άλλη στιγμή, δεν θα ήταν το ίδιο;
Οι «ρομαντικοί» κλίνουν περισσότερο στην έννοια της χημείας μεταξύ δυο ανθρώπων. Αυτής της ορμητικά ερχόμενης και χειμαρρώδους συνήχησης συναισθημάτων και αισθήσεων που μας καταλαμβάνει αιφνιδιαστικά. Νιώθουμε ότι γνωριζόμαστε χρόνια με τον άνθρωπο απέναντι μας. Μας αρέσουν τα πάντα πάνω του, ο τρόπος που μιλάει, που γελάει, που κινείται. Οι απόψεις που έχει, οι επιλογές που κάνει, το χιούμορ του. Κάθε τι μας γοητεύει και παραδινόμαστε στην «καρμική» ροη του έρωτα που μας κατακλύζει.
Από την άλλη, οι «ρεαλιστές» είναι σκεπτικοί σχετικά με την σημασία της χημείας. Την θεωρούν υπερεκτιμημένη σαν έννοια. Είναι ένα παροδικό φαινόμενο. Μια απλή σύμπτωση απόψεων. Αυτό που αντιλαμβάνονται περισσότερο ως σημαντικό, είναι το λεγόμενο «timing». Δηλαδή η χρονική στιγμή που θα γνωρίσουμε τον άλλο. Μια ιδιαίτερη συγκυρία: σε ποια φάση βρισκόμαστε ηλικιακά, συναισθηματικά, ψυχολογικά. Όλα συντελούν ώστε η γνωριμία να μπορεί να αναπτυχτεί σε κάτι ουσιαστικό. Ο χρόνος είναι ιδανικός και για τους δυο. Χωρίς την καταλληλότητα του χρόνου, η χημεία θα ήταν ανήμπορη να επιδράσει καθοριστικά πάνω μας.
Φυσικά έχουμε και τους «naturalists», όπως μου αρέσει εμένα να τους λέω, οι οποίοι μετά από ατελείωτες ώρες παρακολούθησης ντοκιμαντέρ από το ζωικό βασίλειο και διαβάζοντας επιφανειακά αρκετά βιβλία με την ψυχαναλυτική προσέγγιση του θέματος, τείνουν να βλέπουν των έρωτα σαν μια ζωώδη έκφραση μιας γονιδιακής ανάγκης για αναπαραγωγή και διαιώνισης του ανθρώπινου είδους. Την επιλογή του συντρόφου, ως ένα αναπόφευκτα προκαθορισμένο αποτέλεσμα που απορρέει και επηρεάζεται σημαντικά από την μητρική μας σχέση. Ο ρομαντισμός και η ποικιλόμορφη έκφραση του ανθρώπινου ερωτικού συναισθήματος δεν διαφέρει στην ουσία του από κάποιο αρσενικό ζώο που με τα έντονα χρώματα του και τις επιδέξιες χορευτικές του φιγούρες προσπαθεί να ελκύσει το θηλυκό να ζευγαρώσουν, για παράδειγμα. Ακόμα και στους φανατικότερους όμως αυτής της προσέγγισης, η πίστη τους εξατμίζεται, όταν θα αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα τους, αργά ή γρήγορα.
Στις βασικότερες δυο προσεγγίσεις, φαίνεται η «χημεία» να υπερισχύει του «timing». Αυτό διαπιστώνεται λογικά διότι διατηρείται στην πάροδο του χρόνου και είναι ανεξάρτητη των συγκύριων. Ίσως πολλοί από εμάς να έχουμε παρατηρήσει ότι η χημεία που έχουμε με έναν άνθρωπο, σε οποιαδήποτε στιγμή της ζωής μας και αν συναναστραφήκαμε μαζί του, παραμένει υπαρκτή στην πάροδο του χρόνου και στην αλλαγή των συνθηκών. Για παράδειγμα, αν γνωρίσαμε μια τέτοια περίπτωση στην εφηβεία μας, θα παρατηρήσουμε ότι σε περίπτωση που ξανασυναντήσουμε αυτόν τον άνθρωπο πολλά χρόνια αργότερα, η βάση αυτής της χημικής αντίδρασης εξακολουθεί να υπάρχει. Μπορεί οι συνθήκες να μην επιτρέπουν στο να εξελιχτεί σε κάτι άλλο ή απλά να μην υπάρχει τέτοια επιθυμία αλλά η ιδιαιτερότητα της σχέσης είναι υπαρκτή όσα χρόνια και να περάσουν. Η χημεία είναι μια πραγματικότητα. Είναι τόσο σύνθετη που είναι πάρα πολύ δύσκολο να απομονώσεις ένα-ένα τα στοιχεία εκείνα που συντελούν στο μαγικό αυτό αποτέλεσμα. Μπορεί να είναι από την μυρωδιά μέχρι τα λακκάκια στο χαμόγελο του ανθρώπου με τον οποίο την διαισθανόμαστε. Είναι εντελώς άσκοπη η αποσύνθεση της και η εξέταση της στο μικροσκόπιο της νοημοσύνης.
Αυτό το συμπέρασμα δεν αφαιρεί διόλου από την σημασία του «timing». Το timing όμως είναι σαν ένα δωμάτιο στο οποίο μπαίνεις με δική σου πρωτοβουλία. Σημασία έχει ότι είναι επιλογή. Μέσα σε αυτό το δωμάτιο η μουσική είναι δυνατά και χορεύουν όλοι συγκεκριμένους χορούς. Είναι αναμενόμενο να παρασυρθείς και εσύ στον χορό με κάποιον. Στην περίπτωση της χημείας δεν έχεις επιλογή. Είσαι κατά κάποιο τρόπο «καταδικασμένος» στην έλξη και στην ζάλη που προκαλούν οι αναθυμιάσεις της. Σχεδόν υπνωτισμένος θα ακολουθείς.
Όσον αφορά τους naturalists, πράγματι, τα ένστικτα μας και η ψυχοσύνθεση μας δεν μπορεί παρά να παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο. Είναι όμως και αυτά μέρη μιας εξίσωσης. Σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να εξαρτώνται όλα από αυτά. Ο διαλύτης της καθοριστικής τους σημασίας είναι η μοναδικότητα του ανθρώπινου είδους και η αυξημένη, σε σχέση με ό,τι γνωρίζουμε, νοημοσύνη του. Αυτά τα μοναδικά στοιχεία είναι εκείνα που επιτρέπουν την ύπαρξη της μαγείας στις σχέσεις μας. Μιας απώλειας ελέγχου και μιας πρωτόγνωρης συμπλήρωσης που δίνουν σε όλα εξήγηση και νόημα.