Μιχάλης Μαθιουδάκης: «Πάντα κάτι μας διαφεύγει από την τούρτα της πραγματικότητας»
Ο Μιχάλης Μαθιουδάκης, ο άνθρωπος που κατάφερε να συμπυκνώσει με τόσο άρτιο και ξεκαρδιστικό τρόπο το μικροαστισμό της ελληνικής οικογένειας σε ένα και μόνο έπιπλο – ξέρετε ποιο – παρουσιάζει για τελευταία φορά στις 12 Ιανουαρίου, στο θέατρο Άβατον (Ευπατριδών 3, Γκάζι), την παράσταση «Κακή Πίστη», και λίγες μέρες πριν μιλάει στο Βάτραχο για το stand-up comedy στην Ελλάδα και το «άρρωστο» κοινό του, τις σκέψεις, τα όνειρα και τη ντόπα της Αθήνας.
Μετά από μια γεμάτη καλοκαιρινή περιοδεία και μια σειρά φθινοπωρινών παραστάσεων, με το Νοέμβρη να σπάει το φράγμα των 22 σερί, ο Μιχάλης διανύει μια περίοδο «αποκλιμάκωσης», όπως θα τη χαρακτήριζε, καθώς βρίσκεται λίγες μέρες πριν την τελευταία παρουσίαση της παράστασης «Κακή πίστη», αλλά και περίπου ένα μήνα πριν «βιδωθεί» με το Βύρωνα Θεοδωρόπουλο στις Τετάρτες του six d.o.g.s με την κοινή τους παράσταση, «Στα πλάγια».
Την Πέμπτη λοιπόν ο Μιχάλης αποχαιρετά, με μια άκρως επαγγελματική κινηματογράφηση από την Alaska και το Λεωνίδα Κωνστανταράκο, άλλον έναν κύκλο κειμένων: «Έχει να κάνει καθαρά με το πώς αντιλαμβάνεται ο κωμικός ότι έχει αρχίσει να “παλιώνει” ένα κείμενο μέσα του. Προσωπικά θεωρώ ότι είναι καλό να αλλάζει κανείς τα κείμενά του κάθε ενάμιση χρόνο, γιατί έτσι εξελίσσεται και ο ίδιος. Διαφορετικά, όταν μπαίνει στην ασφάλεια των παλιών κειμένων, κάπως βαλτώνει. Δεν ικανοποιεί και τον κόσμο, τον σκληροπυρηνικό, ο οποίος τον παρακολουθεί και τον στηρίζει. Αυτό είναι πολύ σημαντικό».
Όσον αφορά στο κοινό αυτό, ο ίδιος δεν το χαρακτηρίζει απλά «πιστό», αλλά «άρρωστο»: «Το κοινό του stand-up comedy είναι πολύ πιο συγγενές με το κοινό που έχουν οι μπάντες, παρά με αυτό του θεάτρου. Θα έλεγα ότι είναι λαϊκό θέαμα και, επίσης, η σχέση που αναπτύσσει ο κόσμος με τα κείμενα είναι σχέση όπως αυτή με ένα αγαπημένο του κομμάτι. Πολλές φορές ζητούν το αγαπημένο τους. Ζητούν “Το σύνθετο”, τη “Χίπισσα”, ή το “140” του Βύρωνα».
Την πλευρά του κοινού ωστόσο την ξέρουμε καλά και αυτή η εβδομάδα μας βρίσκει ιδιαίτερα ανυπόμονους για την παράσταση στο θέατρο Άβατον. Τι συμβαίνει όμως πάνω στη σκηνή, όταν στα κείμενα του Μιχάλη ακολουθείται μια εξαιρετική κλιμάκωση πλοκής και χιούμορ (βλ. «The heart of Man – Hey Μιχάλη»), και ο κόσμος δε σταματά να γελά από κάτω καθ’ όλη τη διάρκεια; «Σε ντοπάρει. Τονώνει το ναρκισσισμό σου, με την καλή έννοια, ή με την κακή εάν δε μπορείς να το διαχειριστείς σωστά. Λαμβάνεις άμεσα το αποτέλεσμα της δουλειάς σου. Εάν το καταφέρεις, μπορεί να επιστρέφει σε εσένα κάθε 10 δευτερόλεπτα. Υπάρχει μια ενέργεια, και από εσένα και από το κοινό, που δε χάνεται».
Εκτός από τις μοναδικότητα που χαρακτηρίζει την κοινότητα του stand-up comedy, την τάση και την επιθυμία των κωμικών να δρουν σε μονάδες, δε θα μπορούσαμε να μην αναφερθούμε και στις δυάδες του χώρου, με μια από τις καλύτερες και πιο δημοφιλείς αυτή τη στιγμή να είναι του Μιχάλη με το Βύρωνα – μια σχέση την οποία ο πρώτος θα χαρακτήριζε λιτά «ανθρώπινη»: «Έχουμε ταιριάξει πολύ σε επαγγελματικό επίπεδο συνεννόησης και έχουμε σεβασμό ο ένας για τον άλλο. Είχαμε και οι δυο τις ίδιες φιλοδοξίες και θέλαμε να παίζουμε πολύ περισσότερο από όσο παίζαμε. Ο τρόπος που ενώσαμε τις δυνάμεις μας ήταν πάρα πολύ δημιουργικός».
Πέρα από τους δεσμούς των ίδιων των κωμικών στην κοινότητα του stand-up comedy, η οποία σίγουρα από μόνη της προωθεί την εξέλιξή του, ποια άλλα στοιχεία ευνοούν τη δημοτικότητά του; «Καταρχάς, για πρώτη φορά, κωμωδία απευθύνεται σε νέους ανθρώπους και με αναφορές στο λεξιλόγιό τους. Μέχρι τώρα το λαϊκό θέαμα ήταν η κωμωδία και το Ράδιο Αρβύλα. Στο Διαδίκτυο ξεκίνησε μια διαφορετική γραφή. Για παράδειγμα, το ΜΠΡΑΦ μεταχειρίστηκε ένα λόγο, ο οποίος απευθυνόταν κατ’ εξοχήν σε νέους ανθρώπους. Μετά ξεκίνησε το stand-up comedy, στο οποίο ο καθένας γράφει κείμενα με υλικό από το σύμπαν του».
«Θεωρώ ότι η γενιά των 30 και οι νεότερες έχουν βαρεθεί να ακούν τις ίδιες κωμωδίες με ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, πολιτική διαφθορά – όλη αυτή τη λαϊκίστικη και βαθιά κουραστική προσέγγιση της κωμωδίας».
«Θέλουμε να δούμε την κωμωδία και σε πιο απλά πράγματα ή σε άλλα πεδία, ύπαρξης, καθημερινότητας, απλών αντικειμένων. Όταν με το νέο κύμα η κωμωδία ξαφνικά στράφηκε σε ένα σύνθετο, ένα λεωφορείο, στο πώς η κοπέλα σου σε λέει ζούζουνο, τότε έγινε μια μαζική προσέλευση κοινού, γιατί επιτέλους άκουγε κάτι που το αφορά. Δεν ξέρω αν κάνουμε καλύτερη κωμωδία ή είμαστε πιο ταλαντούχοι, αλλά σίγουρα κάνουμε μια κωμωδία στην οποία ο κόσμος σχετίζεται με εμάς».
Κι αν στόχοι είναι η πρόκληση του γέλιου και η διαρκής εξέλιξη και βελτίωση των κειμένων, τι γίνεται με το μήνυμα αυτό καθ’ εαυτό; Είναι το ίδιο το μέσο (γέλιο/διασκέδαση) ή υπάρχει κάτι πέρα από αυτό; «Είναι πολύ επικίνδυνη σκέψη το πώς θα περάσεις ένα μήνυμα στον άλλο. Πριν από 30 χρόνια θα σου έλεγα ξεκάθαρα ναι. Πλέον το «μήνυμα» στο έργο είναι παρωχημένο. Με το που γίνει κάτι αναγνωρίσιμο, αυτομάτως χάνει την αξία του – το λεγόμενο “the ‘aha’ effect”. Η σχέση με το κοινό σου έχει και μια οντολογική διάσταση– δεν μπαίνει σε ένα καλούπι μηνύματος, αλλά σε ένα πλαίσιο βαθύτερης σύνδεσης. Σε αυτές τις στιγμές είναι καλύτερο να σιωπούμε όλοι και αυτό να παραμένει αόρατο».
Λίγο πριν κλείσουμε την κουβέντα μας με το Μιχάλη, αναρωτήθηκα τι συμβαίνει στο μυαλό του τις περισσότερες ώρες της ημέρας. Έπειτα από μια σύντομη σιωπή, μου απάντησε: «Τα πάντα. Επειδή είμαι άνθρωπος της εποχής μου και πάσχω από διάσπαση προσοχής και σκέψης, το μυαλό μου ξεφεύγει. Εάν το αφήσω ελεύθερο, σκέφτομαι τα πάντα, πελαγώνω, χαώνομαι, θλίβομαι, η σκέψη μου διασπάται σε οτιδήποτε θετικό, αρνητικό, αστείο. Κυρίως όμως, έχει μια ροπή προς τη θλίψη. Όταν τη βάζω σε τάξη, στρέφεται προς την κωμωδία».
«Άλλες φορές λέω στον εαυτό μου, “δεν κάνουν έτσι οι άνθρωποι”. Δεν κάθονται να κοιτούν το ταβάνι και να σκέφτονται ότι όλοι θα καταστραφούμε. Το να φεύγει έτσι το μυαλό και να είναι έρμαιο σε οτιδήποτε συμβαίνει γύρω του, δεν είναι φυσιολογική κατάσταση. Είναι λες και έχουμε μετουσιώσει σε δομή σκέψης το μοντέλο λειτουργίας του Youtube και του Facebook, που από το ένα link σε πετάει στο άλλο. Το ίδιο ισχύει και με τις σχέσεις. Πολύ λίγοι άνθρωποι έχουν σήμερα σταθερές σχέσεις. Οι περισσότερες σχέσεις καταναλώνονται στο εφήμερο, γιατί νιώθουμε πάντα ότι, από αυτήν την τούρτα της πραγματικότητας, πάντα κάτι μας διαφεύγει. Έχουμε μπροστά μας ένα πάρα πολύ ωραίο κομμάτι και σκεφτόμαστε το κερασάκι που είναι πιο δίπλα – μονίμως θέλουμε και κάτι ακόμα. Ε, λοιπόν, από αυτό πάσχω κι εγώ».
Τέλος, το μαγνητόφωνό μου έπαψε να γράφει με την επιθυμία του να κατακτήσει μια κατάσταση ψυχικής ηρεμίας τις περιόδους που δεν είναι δημιουργικός: «Παρόλα αυτά, δεν ξέρω αν σε μια μεγαλούπολη μπορείς να το κάνεις αυτό. Η Αθήνα με κάνει να είμαι πάντα σε κατάσταση αναζήτησης και δημιουργίας. Η Αθήνα με ντοπάρει. Όταν είμαι διακοπές, για κάποιο λόγο δε μπορώ να γράψω – υπάρχει πάντα κάτι που σε αποπλανεί. Στην Αθήνα στρέφομαι πολύ πιο εύκολα μέσα μου».
Την Πέμπτη θα είμαστε λοιπόν στο θέατρο Άβατον για να αποχαιρετίσουμε την «Κακή Πίστη». Όσοι δεν έχετε κλείσει ήδη τις θέσεις σας, τα λέμε στη δεύτερη παράσταση που προστέθηκε στις 22:15, καθώς των 21:00 είναι sold out εδώ και δύο εβδομάδες περίπου.
* Πληροφορίες παράστασης:
Μιχάλης Μαθιουδάκης | Κακή Πίστη | One-man show
Πέμπτη, 12 Ιανουαριου 2017
Θέατρο Άβατον (Ευπατριδών 3, Γκάζι)
Ώρα: 21.00 & 22:15
Διάρκεια: 50 λεπτά
Τιμή Εισιτηρίου: 6 ευρώ (ενιαίο)
Τηλ Κρατήσεων: 21 0341 2689
** Άλλες εμφανίσεις στο μεταξύ:
Τρίτη, 10/1, στο Σπίτι (Ανδρέα Παπανδρέου 9, Χαλάνδρι) με το Βύρωνα σε ρόλο opening act
Τετάρτη, 11/1, στο Κοτέτσι (Βαρβαρέσου 1, Πεύκη) με το Βύρωνα για ακόμη μια φορά