Στις πλατείες και τα ρακάδικα: ανάγκη ή μόδα;
Γιατί οι 20άρηδες καταφεύγουν όλο και περισσότερο στο «άραγμα» στις πλατείες και στα φτηνά ρακάδικα;
Παρασκευή βράδυ και αποφασίζω να κατηφορίσω προς Εξάρχεια για να πιω την καθιερωμένη ρακή με την παρέα μου. Αυτή τη φορά ήταν διαφορετικά τα πράγματα – οι περισσότεροι σκεφτόμασταν διστακτικά να καθίσουμε για αρχή στην πλατεία, λόγω έλλειψης χρημάτων. Θέλαμε αργότερα να διαθέσουμε τα χρήματά μας σε κάποιο από τα συνηθισμένα bar που πηγαίνουμε και όχι σε ρακάδικα.
Δε χρειάστηκε να το πολυσκεφτούμε καθώς μια ματιά γύρω μας, μάς έπεισε ότι θα παρουσίαζε ενδιαφέρον η «εναλλακτική» μας έξοδος. Κόσμος παντού, από 18 μέχρι και 28 (τουλάχιστον). Άλλοι έκαναν ζογκλερικά, άλλοι λίγο πιο δίπλα συζητούσαν και γελούσαν. Η κατάσταση στην πλατεία είχε πλέον αλλάξει.
Αποφασίσαμε και εμείς να πάρουμε μία μπύρα από το περίπτερο, επιλέγοντας τη χαμηλότερη προσφορά της ημέρας: 1,5 λίτρο με 90 λεπτά (ούτε στην Ισπανία δεν το είχα δει αυτό)! Στα Εξάρχεια συγκεκριμένα, η τιμή της μπύρας είναι σαν τις μετοχές στο χρηματιστήριο- ανεβοκατεβαίνει ανάλογα τη ζήτηση και μόλις ρίξει ο ένας την τιμή τρέχουν να την ρίξουν και οι υπόλοιποι.
Το ενδιαφέρον μου κίνησε μία παρέα παιδιών που κάθονταν δίπλα μας, πρέπει να ήταν περίπου στα 20 με 23. Δύο αγόρια είχαν φέρει κιθάρες και όλοι μαζί τραγουδούσαν από Άσιμο μέχρι Μάλαμα. Σηκώθηκα και τους πλησίασα, τραγούδησα μαζί τους και μόλις έκαναν μία παύση βρήκα την ευκαιρία να τους ρωτήσω γιατί δεν πηγαίνουν σε μαγαζιά να κάνουν αυτό που κάνουν και στην πλατεία. Έχει ξαναγίνει μόδα το «άραγμα» στην πλατεία; Ή είναι μία λύση ανάγκης;
H Βασιλική μου απάντησε αυθόρμητα: «Δεν είναι ο αγαπημένος μου τρόπος διασκέδασης, ωστόσο το σημαντικότερο είναι η παρέα και όχι το μέρος. Οι έξοδοι στις πλατείες έχουν καθιερωθεί ως αναγκαιότητα και τα μαγαζιά με χαμηλές τιμές αποτελούν δέλεαρ για όλους, χωρίς αυτό να είναι το βασικό κριτήριο για τις επιλογές μου. Σίγουρα η πλατεία είναι μία λύση ανάγκης χωρίς να σημαίνει ότι δεν το απολαμβάνουμε.»
Το λόγο πήρε ο Πάρης από την ίδια παρέα: «Η πλατεία είναι ένας τρόπος διασκέδασης που έχει τη δική του ομορφιά, γιατί σου δίνει τη δυνατότητα να συναντήσεις φίλους και γνωστούς, να κοινωνικοποιηθείς χωρίς να ξοδέψεις χρήματα και αυτό είναι ένα σημαντικό κίνητρο. Διαμορφώνουμε όπως θέλουμε το βράδυ μας, τραγουδάμε και πίνουμε χωρίς να δίνουμε λογαριασμό σε κανέναν. Η πλατεία μας δίνει μία άλλη ελευθερία!»
Αργότερα αποφασίσαμε να συνεχίσουμε σε ένα μπαρ που συχνάζουμε τελευταία, γιατί το κρύο είχε αρχίσει να γίνεται αφόρητο. Καθώς όμως περνούσαμε από διάφορα κρασάδικα, ρακάδικα και ρεμπετάδικα, αποφάσισα να μπω σε ένα από αυτά για να ρωτήσω τί βρίσκουν οι νέοι σε αυτόν τον τρόπο διασκέδασης και γιατί τον προτιμούν σε σχέση με παλαιότερα, που θα διάλεγαν με μεγαλύτερη ευκολία club και bar. Εκεί συνάντησα τον Δημήτρη που με χαρά είπε: «Μαγαζιά όπως αυτά φιλοξενούν μία μερίδα νέων ανθρώπων, που ανήκουν σε μία διαφορετική κουλτούρα. Πέραν του ότι είναι οικονομικότερος αυτός ο τρόπος διασκέδασης, σου δίνει τη δυνατότητα να μιλήσεις και να κοινωνικοποιηθείς. Έχουμε ξεφύγει από τα απρόσωπα clubs», συνεχίζει. «Ίσως είναι μία μόδα της εποχής, που ανέδειξε η ύφεση, αναγκάζοντάς μας να στραφούμε προς τα εκεί, εμένα ωστόσο με αντιπροσωπεύει». Λίγο πιο πέρα μία νεαρή κοπέλα, η Ειρήνη, άκουσε τη συζήτησή μας και βιάστηκε να συμπληρώσει: «Η στροφή μας στα ρεμπετάδικα εξαρτάται σημαντικά από την ταύτισή μας με αυτό το είδος της μουσικής, καθώς αντικατοπτρίζει την ψυχολογία μας. Πέρα από τα ρεμπετάδικα όμως και η πλατεία πλέον έχει μία θέση στις επιλογές μας, γιατί έχουμε βρει τον τρόπο να περνάμε καλά!»
Αφού τους χαιρέτησα, βρήκα τη δική μου παρέα που είχε ήδη ξεσαλώσει. Μετά βίας κατάφερα να παραγγείλω ένα ποτό και με άρπαξαν για χορό. Η συζήτηση που είχα με αυτά τα παιδιά με έκανε να βεβαιωθώ για κάτι που ήδη γνώριζα: ο παράγοντας χρήμα ποτέ δεν μας επηρέαζε τόσο ώστε να μη διασκεδάζουμε. Γιατί μπορεί κατά καιρούς να επηρεαζόμαστε από τα πενιχρά οικονομικά μας, αλλά δεν επιτρέπουμε να μας καθορίζουν!