Τα όρια του Μάριο Ντράγκι
Όπως ανήγγειλε ο κ. Ντράγκι, το 2015 θα είναι έτος ποσοτικής χαλάρωσης για την Ευρώπη, με τους Γερμανούς να το αποδέχονται με δυσαρέσκεια. Είναι πλέον αναγκαία η ποσοτική χαλάρωση για να αποτρέψει χειρότερη ύφεση, αλλά δεν είναι από μόνη της ικανή να βγάλει την οικονομία της Ευρώπης από την τελμάτωση στην οποία βρίσκεται.
Είναι αναγκαία γιατί όλα τα άλλα μέτρα που πήρε η ΕΚΤ βοήθησαν όσο ήταν δυνατό να βοηθήσουν αλλά η οικονομία της Ευρώπης δεν απογειώθηκε. Τώρα με το φάσμα της μεγάλης ύφεσης στη Ρωσία, με κίνδυνο κατάρρευσης της ρωσικής οικονομίας και με την κινεζική οικονομία να εισέρχεται σε περίοδο περιστολής της ανάπτυξης, η ποσοτική χαλάρωση στην Ευρωζώνη είναι απαραίτητη, λιγότερο για την ιδιωτική οικονομία αλλά κυρίως για να εξασφαλίσει την απρόσκοπτη συνέχιση των αγορών κρατικών ομολόγων, κυρίως των χωρών του Νότου της Ευρώπης.
Η νέα βοήθεια της ΕΚΤ είναι απαραίτητη. Για πρώτη φορά έχουμε στην Ευρώπη αρνητικό πληθωρισμό από το 2009. Ο πληθωρισμός ήταν -0,2% τον Δεκέμβριο του 2014 σε σχέση με τον Δεκέμβριο του 2013. Δυο χρόνια τώρα, ο πληθωρισμός είναι κατώτερος του “κοντά αλλά κάτω από το 2% ” που είναι η κατευθυντήρια γραμμή της ΕΚΤ και πολλές χώρες της ευρωζώνης μαστίζονται επιπλέον από υψηλή ανεργία.
Το 2014 πήγε την Ιταλία πίσω στην ύφεση, η ετήσια ανάπτυξη της Ευρωζώνης ήταν μόλις 0,6% παρ’ όλη την αύξηση του ευρωπαϊκού κρατικού χρέους, με την Γερμανία μόλις να αναπτύσσεται, την Γαλλία στάσιμη και τον Νότο να υποφέρει.
Αυτό που χρήζει ιδιαίτερης επισήμανσης είναι η συρρίκνωση της ζήτησης στην Ευρώπη. Έχουμε αρχή οικονομικής συρρίκνωσης όταν ο δείκτης ΡΜΙ πέφτει κάτω από 50. Ο δείκτης αυτός ήταν μόλις 47,6 για την ευρωζώνη τον Δεκέμβριο με την Γαλλία να καταγράφει 46,5 και την Ιταλία να καταγράφει 42,8, με μόνη την Γερμανία να καταγράφει ένα αναιμικό 51,7. Είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό αυτό γιατί ο Δεκέμβριος είναι συνήθως μήνας υψηλής κατανάλωσης.
Δεν πρέπει να προξενεί εντύπωση ότι οι δείκτες αυτοί είναι αρνητικοί για τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης. Στην Ιταλία, για παράδειγμα, είχαμε ισχυρή αύξηση της ανεργίας η οποία έφτασε το 13,4%. Συνεπώς είναι λογικό η ζήτηση να μειώνεται όσο μειώνεται το διαθέσιμο εισόδημα των εργαζομένων αλλά επίσης να δημιουργείται επί πλέον συρρίκνωση της κατανάλωσης – διότι τα νοικοκυριά κάνουν την δίκη τους απομόχλευση μειώνοντας τα χρέη τους και αποταμιεύοντας, συχνά εκτός τραπεζικού συστήματος, λόγω φόβου για μελλοντικές οικονομικές δυσκολίες.
Αυτό που συμβαίνει στην Ιταλία συμβαίνει σε όλη την Ευρώπη πλην Γερμανίας και δυο ή τριών άλλων χωρών και είναι χαρακτηριστικό της διαταραγμένης οικονομικής ισορροπίας της ευρωζώνης.
Η ΕΚΤ πήρε αρκετά μέτρα για να τονώσει την ζήτηση αλλά το κύριο θέμα του παρόντος άρθρου είναι το εξής:
Το θεμελιώδες πρόβλημα της Ευρωζώνης είναι η έλλειψη ζήτησης από επιχειρήσεις και νοικοκυριά για αγαθά και υπηρεσίες. Η αύξηση όμως της διαθέσιμης πίστωσης δεν αυξάνει από μόνη της την ζήτηση όταν οι υπόλοιπες συνθήκες είναι αρνητικές.
Ανεξάρτητα όμως από τα ανωτέρω, η ΕΚΤ αποφάσισε να εισάγει ποσοτική χαλάρωση αντίστοιχη με αυτή της Fed, ύψους εξήντα δις μηνιαίως με αγορές δημοσίων και ιδιωτικών ομολόγων, τιτλοποιημένων δανείων και άλλων επενδυτικού επιπέδου προϊόντων εντός συγκεκριμένων ορίων ποσόστωσης για κάθε προϊόν και για κάθε έκδοση. Το πρόγραμμα της που θα διαρκέσει μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2016 θα ξεπεράσει το ένα τρις. Ως κίνηση είναι εντυπωσιακή.
Όμως οι αποφάσεις αυτές λίγο θα βοηθήσουν την πραγματική οικονομία. Η αγορά, για παράδειγμα, από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα γερμανικών κρατικών ομολόγων θα αυξήσει την ήδη μεγάλη ζήτηση τους και θα μετατρέψει σε αρνητικές τις αποδόσεις τους. Αγορά ομολόγων χαμηλότερης διαβάθμισης όπως τα ιταλικά θα διευκολύνουν την διάθεση τους, αλλά τα ήδη χαμηλά τους επιτόκια αποδεικνύουν ότι δεν υπάρχει δυσκολία διάθεσης τους επί του παρόντος. Εκεί που αυτό θα βοηθήσει πολύ είναι σε χαμηλής αξιοπιστίας ομόλογα όπως τα ελληνικά όπου η αγορά τους θα άφηνε την ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών να κατευθυνθεί προς την πραγματική οικονομία και όχι προς το δημόσιο. Ο κ. Ντράγκι συμπεριέλαβε και την Ελλάδα στο πρόγραμμα . Πως ακριβώς θα γίνει αυτό και με ποιους αστερίσκους, μένει να το δούμε. Ελπίζουμε για θετική αντιμετώπιση- ήδη η δήλωση του κ. Ντράγκι ήταν θετική, βέβαια με τον όρο της αποδοχής από την όποια ελληνική κυβέρνηση των προϋποθέσεων που θα θέσει η ΕΚΤ, δηλαδή η Γερμανία αυτή τη φορά, και την ύπαρξη προγράμματος άσχετα αν δεν θα το λέμε πλέον Μνημόνιο .
Όμως στο πίσω μέρος της σκέψης του κ. Ντράγκι υπάρχει και άλλος λόγος. Το αυξανόμενο χρέος χωρών όπως η Ιταλία θα είναι δύσκολο να βρει αγοραστές στο μέλλον, οι ιταλικές τράπεζες είναι ήδη κορεσμένες και εκτός Ιταλίας δεν υπάρχει διάθεση αγοράς. Η νέα δυνατότητα που θα δοθεί στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να αγοράσει ιταλικά κρατικά ομόλογα θα λύσει το πρόβλημα για λίγα χρόνια.
Όμως όσα ομόλογα και αν αγοράσει η ΕΚΤ, η οικονομία της Ευρωζώνης δεν θα τονωθεί σημαντικά γιατί όλες οι τράπεζες της Ευρώπης εξακολουθούν να απομοχλεύουν και οι πιστώσεις προς την ιδιωτική οικονομία να συρρικνώνονται, παρ’ όλες τις προσπάθειες του κ. Ντράγκι.
Ο μικρομεσαίος επιχειρηματίας πληρώνει πολύ δυσανάλογο, σχεδόν απαγορευτικό τόκο δανείου, 100 φορές περισσότερο σε σχέση με το επιτόκιο της ΕΚΤ, ακόμη και όταν του χορηγείται δάνειο που δεν είναι εύκολο.
Η ανόρθωση της οικονομίας δεν μπορεί να γίνει από την ΕΚΤ σε μια Ευρωζώνη που κάθε κράτος έχει διαφορετική δημοσιονομική πολιτική, διαφορετική εργατική νομοθεσία και διαφορετικές κοινωνικές προτεραιότητες. Είναι προφανές ότι δεν μπορεί να έχει όμοια αποτελέσματα σε όλες τις χώρες η οικονομική πολιτική που θα ασκήσει η ΕΚΤ, η οποία ήδη έχει πολλούς περιορισμούς, όπως η περίπτωση των ελληνικών ομολόγων αποδεικνύει.
Η ποσοτική χαλάρωση είναι χρήσιμη για τώρα και για τον συμπληρωματικό λόγο ότι μειώνει την ισοτιμία του ευρώ και βελτιώνει έτσι τα εμπορικά ισοζύγια των χωρών της Ευρωζώνης. Στο μέλλον βέβαια οι ποσοτικές χαλαρώσεις που κάνουν όλες πλέον οι χώρες θα είναι προπομποί πολέμων υποτιμήσεων.
Το πραγματικό πρόβλημα της ευρωζώνης όμως δεν είναι η έλλειψη πιστώσεων από την ΕΚΤ. Είναι η έλλειψη παραγωγικών επενδύσεων, δημοσίων και ιδιωτικών, η χαμηλή παραγωγικότητα και το υψηλό κόστος του κοινωνικού κράτους.
Η έλλειψη δημοσίων επενδύσεων οφείλεται στο ότι οι κυβερνήσεις στρέφουν τα διαθέσιμα κονδύλια σε κοινωνικές παροχές για ψηφοθηρία ή τα καταργούν για να ισοσκελίσουν τους προϋπολογισμούς τους. Οι ιδιωτικές επενδύσεις είναι ισχνές διότι το ευρωπαϊκό κεφάλαιο βρίσκει καλύτερες αποδόσεις εκτός Ευρώπης, πχ. στην Ασία και επενδύει εκεί. Έτσι ένα εργοστάσιο που παράγει παπούτσια στην Κίνα δίνει υψηλότερες αποδόσεις στον Ευρωπαίο επενδυτή από ότι αν είχε επενδύσει σε εργοστάσιο παπουτσιών στην Ευρώπη. Επί πλέον επειδή το κινεζικό εργοστάσιο παπουτσιών παράγει φθηνότερα παπούτσια κλείνει το αντίστοιχο ευρωπαϊκό εργοστάσιο.
Εκτός από την έλλειψη επενδύσεων κεφαλαίου, η παραγωγικότητα μειώνεται από τους δύσκαμπτους νόμους και κανονισμούς που αντί να προστατεύουν τους εργαζόμενους, είναι δημιουργοί ανεργίας. Ποιος πολιτικός θα αποπειραθεί εξορθολογισμό του εργατικού κόστους όταν αμέσως θα κατηγορηθεί για εκμετάλλευση του εργάτη και η αντιπολίτευση θα υποσχεθεί αμέσως μάχες, υπεράσπιση και αυξήσεις;
Το βαρύτερο όλων όμως στην Ευρώπη είναι το κόστος του κοινωνικού κράτους που τα δημόσια έσοδα δεν αρκούν να το καλύψουν. Στις περισσότερες χώρες χρηματοδοτείται με ελλείμματα του προϋπολογισμού και έτσι είναι μαθηματικά βέβαιο ότι η οικονομία τους θα καταρρεύσει Όπως η Ελλάς είχε πρόσφατα την εμπειρία.
Όμως αν τολμούσε ο κ. Ολάντ να μειώσει το κοινωνικό κράτος που είναι η κυρία πηγή των γαλλικών ελλειμμάτων, και να ανεβάσει εργατοώρες και συντάξιμη ηλικία στα γερμανικά επίπεδα, θα έπεφτε την επόμενη από το ίδιο του το κόμμα .
Οι δράσεις του κ. Ντράγκι θα αναβάλουν την κατάρρευση του συστήματος της Ευρωζώνης. Δεν έχει όμως την δυνατότητα και ούτε είναι αρμοδιότητα και ευθύνη του κ. Ντράγκι να δημιουργήσει ευημερία.
Οι πολιτικοί ηγέτες στην Ευρώπη εμφανίζουν μεγαλύτερο έλλειμμα πολιτικής βούλησης από ότι εμφανίζει η ευρωπαϊκή οικονομία.
* Περισσότερα άρθρα στο www.kassandros.gr