Τελικά, καλύτερα στον πληθυντικό
Παίζει εκεί, στη ζώνη της εγγυημένης τηλεθέασης: είναι Δευτέρα βράδυ, όλοι έχουν μείνει σπίτι και πολλοί έχουν δει την μέτρια περιπέτεια που προηγήθηκε. Απέναντι, μόνο ο Πρετεντέρης. Αλλά εκείνος δεν έχει χώρο στο στούντιο για αγανακτισμένους πολίτες.
Εκεί είναι η δύναμη του φετινού Χατζηνικολάου. Οι πολιτικοί του πάνελ θα λογομαχήσουν για ώρες για τα πάντα χωρίς να λένε τίποτα, όπως σε όλες τις άλλες εκπομπές – αλλά στο τέλος, οι πολίτες παίρνουν το λόγο και μάλιστα “στον ενικό”.
Ο μεσήλικας ελεύθερος επαγγελματίας βγαίνει από τα ρούχα του για τους φόρους και ζητάει “να βρεθεί μια λύση για τον κόσμο που πνίγεται στα χρέη”. Πράγμα δύσκολο, γιατί “όλοι ίδιοι είστε, και οι τριακόσιοι!”. Δεν υπάρχει ερώτηση. Αλλά κάποιος τηλεθεατής θα λέει “πες τα!” από τον καναπέ του, την ώρα που οι πολιτικοί στο πάνελ σκύβουν το κεφάλι.
Ο νέος άνεργος αραδιάζει στοιχεία του ΟΟΣΑ και κατηγορίες για φωτογραφικούς διαγωνισμούς, φωνάζοντας, σχεδόν ουρλιάζοντας στους εκπροσώπους των κυβερνώντων κομμάτων. Κανείς δεν καταλαβαίνει ακριβώς τί λέει – αλλά οι εικόνες είναι εντυπωσιακές: το κοντινό στο αναψοκοκκινισμένο πρόσωπο, οι φλέβες του που φοβάσαι ότι θα εκραγούν, το διπλό πλάνο με τον εκπρόσωπο του ΣΥΡΙΖΑ στο άλλο “παράθυρο” να ακούει με προσήλωση.
Μια κοπελίτσα δηλώνει “εν δυνάμει φοιτήτρια” κι ο Χατζηνικολάου τη ρωτάει “εν δυνάμει, γιατί είναι κλειστή η σχολή από τις απεργίες, ε;”. “Ακριβώς”, λέει η 18χρονη και προχωράει στην πιο πρωτότυπη ερώτηση που μπορούσε να σκεφτεί: “εσείς οι πολιτικοί, τί άλλη εναλλακτική δίνετε σε μας τους νέους, εκτός από το να μεταναστεύσουμε στο εξωτερικό;”. Λάθος κουμπί στο control: ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ παίζει με το κινητό του, αλλά -ευτυχώς!- πετιέται ο Τζήμερος, που αρχίζει να λέει ότι φταίει το κράτος, που καταδυναστεύει την επιχειρηματικότητα, αλλιώς οι νέοι θα μπορούσαν να αναπτύσσουν καινοτόμες ιδέες, να γίνουν οι ίδιοι επιχειρηματίες, αλλά κάπου το χάνει και τώρα μιλάει για εφοπλιστές που είναι όμηροι του συνδικαλισμού. “Ναι, πεινάνε οι εφοπλιστές!”, ειρωνεύεται ο εκπρόσωπος του ΚΚΕ, ξεκινάει άλλη μια μάχη, αλλά, “κύριοι, παρακαλώ. Σας παρακαλώ!”, επεμβαίνει ο Χατζηνικολάου και δίνει το μικρόφωνο στον επόμενο πολίτη.
Ακολουθούν ο πολύτεκνος με τα 13 (ναι, 13) παιδιά, η βρεφονηπιοκόμος σε διαθεσιμότητα, ο συνταξιούχος από το χωριό της ελληνοαλβανικής παραμεθόριου. και ένας άλλος, που πιστεύει ακόμη στα 500 δις του Σώρρα, “περιμένουν στην τράπεζα τα λεφτά, γιατί δεν τα παίρνετε να ξεχρεώσουμε;”.
Μόνο ένας από το κοινό ρωτά κάτι πολύ συγκεκριμένο: “Θα δεχόσασταν να μην καθορίζετε εσείς το μισθό σας, αλλά μία ανεξάρτητη, εξωκοινοβουλευτική Αρχή; Ένα ναι ή ένα όχι ζητώ μόνο από τον κάθε προσκεκλημένο”. Ο Χατζηνικολάου όμως δεν περιμένει απάντηση από το πάνελ. Περνάει το μικρόφωνο στον επόμενο.
Δύο η ώρα το πρωί, όλοι έχουν κάνει από μία ερώτηση, ή τουλάχιστον έχουν πει το μακρύ τους και το κοντό τους. Τότε μόνο γυρνάει ο λόγος πίσω στους πολιτικούς: “ακούμε προσεκτικά τις ανησυχίες των πολιτών”, “Κώστα έχεις δίκιο, παλεύω και για σένα κι ας μην το πιστεύεις”, αλλά “να μην τα ισοπεδώνουμε όλα”.
Τελικά, τί παρακολουθούμε επί τρεις ώρες; Ουσιαστική συζήτηση δεν γίνεται, άρα τί προσθέτει το μοντέρνο καφενείο πολιτών απέναντι από το παραδοσιακό πάνελ; Η απάντηση είναι απλή: ανάμεσα στους -καθόλου τυχαία επιλεγμένους- ανθρώπους στο κοινό, οι περισσότεροι τηλεθεατές θα βρουν έναν για να ταυτιστούν. Τον απελπισμένο, τον θυμωμένο, αυτόν που σχεδόν βάζει τα κλάματα κρατώντας το μικρόφωνο ή τον άλλο που “τα χώνει στα ίσια” στους πολιτικούς.
Κι αν κάποιος τηλεθεατής δεν ταυτίζεται με κανέναν από αυτούς; Τουλάχιστον, δεν χρειάζεται να αρκεστεί μόνο στο να μουντζώνει τους πολιτικούς και στα “όλοι ίδιοι είστε, και οι τριακόσιοι”, όπως σε όλες τις άλλες εκπομπές. Μπορεί να μουντζώνει και τους συμπολίτες του, που “τι μαλακίες ρωτάνε ρε, τα ζώα”.
Κι έτσι, όλοι είναι ικανοποιημένοι. Αυτός που ούτως ή άλλως αρκούνταν μέχρι τώρα στις τηλεοπτικές κοκορομαχίες, τις “απλές”, άνευ κοινού. Κι ο άλλος, που νιώθει επιτέλους ότι εκπροσωπείται στο γυαλί από το κοινό. Αλλά κι ο τρίτος, ο πιο έξυπνος, που εκτός του ότι θα γινόταν καλύτερος πρωθυπουργός, θα έκανε σίγουρα καλύτερες ερωτήσεις. Στον ενικό, πάντα.